Άρθρο στην εφημερίδα Τα Νέα
Ήδη, το γεγονός ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης με τη διάταξη άρθρ. 90 παρ. 5 του Συντάγματος, ανέθεσε στο εκάστοτε Υπουργικό Συμβούλιο την υποβολή, μετά από επιλογή μεταξύ των μελών των Ανωτάτων Δικαστηρίων, πρότασης για την έκδοση προεδρικού διατάγματος για τις προαγωγές στις θέσεις των Προέδρων τους καθώς και στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έχει προκαλέσει πολλές αμφισβητήσεις προστριβές και αντιδράσεις.
Η καθοριστική εμπλοκή της Εκτελεστικής Εξουσίας στην προαγωγή σε ηγετικές θέσεις της Δικαστικής Εξουσίας θέτει σοβαρά και λεπτά ζητήματα θεσμικής ισορροπίας όσον αφορά τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της Δικαστικής Εξουσίας.
Οι προβληματισμοί και οι αντιδράσεις αυτές γίνονται ακόμα ισχυρότερες όταν το ζήτημα τίθεται, όχι μόνον για την ουσία της πρότασης, αλλά και για τη χρονική στιγμή της υποβολής της.
Δηλαδή λίγες ημέρες πριν την προκήρυξη εκλογών και ενόψει της συμπλήρωσης του 67ου έτους ηλικίας των αποχωρούντων ανωτάτων δικαστικών λειτουργών την 30η Ιουνίου.
Η Κυβέρνηση, όπως συνηθίζει, ενεργεί με σκόπιμη ασάφεια, αιφνιδιασμό, αυταρχισμό και τελικά, με λογική προσβολής των θεσμών.
Δύο επισημάνσεις:
Πρώτον. Η Κυβέρνηση σκόπιμα δεν ξεκαθαρίζει εάν θα επικαλεσθεί «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» (άρθρ. 41 παρ. 5 του Συντάγματος)
προκειμένου να προβεί η ίδια στη διεξαγωγή των εκλογών ή εάν οι τελευταίες θα διεξαχθούν από υπηρεσιακή Κυβέρνηση η οποία περιορίζεται στη διαχείριση των «τρεχουσών υποθέσεων».
Δεύτερον. Προκλητικά παρακάμπτει το γεγονός ότι δεν κινήθηκε εγκαίρως, δηλαδή έως το τέλος του περασμένου Απριλίου, η διαδικασία για την πλήρωση των κενών θέσεων από τον Υπουργό Δικαιοσύνης σύμφωνα με το Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων.
Όλα αυτά σε συνδυασμό με τη βαθιά απονομιμοποίηση που έχει υποστεί η κυβέρνηση μετά το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών και ευρωπαϊκών εκλογών, δείχνουν και επιβεβαιώνουν μηδενικό σεβασμό προς το Σύνταγμα και πλήρη απαξίωση του θεσμού της Δικαστικής Εξουσίας. Και αυτό ανεξάρτητα από την ποιότητα των προτεινομένων για την κατάληψη των αξιωμάτων του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Πέραν των τελολογικών ερμηνειών περί αντισυνταγματικότητας που υποστήριξαν έγκριτοι συνταγματολόγοι, η Κυβέρνηση επιχειρεί, ακόμη και την ύστατη στιγμή πριν την αποχώρησή της, να οδηγήσει τη Χώρα και την κοινωνία στα όρια ανοχής του Συντάγματος. Αφήνει έτσι ως θλιβερή παρακαταθήκη της την υποβάθμιση των θεσμών, τη διασάλευση της θεσμικής τάξης, την προσβολή της αρχής της διάκρισης των λειτουργιών και της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας.
Και αυτό μάλιστα όταν το διακύβευμα δεν είναι κάποια ελάσσων διαδικαστική παρατυπία αλλά το μείζονος σημασίας ζήτημα της επιλογής της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας, που είναι θεμελιώδης δικλείδα ασφάλειας για την τήρηση του κράτους δικαίου σε αυτές τις χαλεπές ημέρες.