Συνέντευξη στη Βραδυνή της Κυριακής και τον Β. Γιακουμή
Ήθελα να ξεκινήσουμε από το τοξικό πολιτικό κλίμα που διαμορφώνεται από τις καταγγελίες για κυκλώματα, παραδικαστικά Καλογρίτσα, Παππά και όλα όσα τις τελευταίες ημέρες έρχονται στην επιφάνεια. Βοηθάει το κλίμα αυτό να γυρίσει σελίδα η χώρα;
«Όλα όσα έρχονται στην επιφάνεια δείχνουν ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ υπήρξε – εν γνώσει της ηγετικής της ομάδας- μια διακυβέρνηση σκοτεινών διαδρομών που πρέπει μέχρι τέλους να διερευνηθούν από τη δικαιοσύνη.
Ταυτόχρονα, ένα γενικευμένο κλίμα ζόφου μιας πολιτικής σύγκρουσης με όρους μυστικών υπηρεσιών, απομαγνητοφωνήσεων παράνομων και μη, κλειδαρότρυπας και νύχτας, θα υπονόμευε επικίνδυνα την ίδια την δημοκρατική λειτουργία. Τη Δημοκρατία. Αυτό δεν πρέπει να το αφήσουμε να συμβεί, ειδικά την ώρα αυτή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρές εθνικές προκλήσεις.
Συμπερασματικά, οφείλουμε να κινηθούμε πάνω σε μία λεπτή γραμμή που αφενός θα ρίχνει άπλετο φως στις σκοτεινές και εξωθεσμικές μεθοδεύσεις της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου θα αποτρέψει μία γενικευμένη νοσηρή, δηλητηριαστική ατμόσφαιρα».
Από όσα λέγονται και από την κυβέρνηση για το θέμα Καλογρίτσα αλλά και όσα καταγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ για κυκλώματα από καταγραφές των υπηρεσιών, τι πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη σας;
«Η δικαιοσύνη πρέπει να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο. Η πολιτική από την πλευρά της, οφείλει να την αφήσει απερίσπαστη να κάνει το καθήκον της».
Ένας χρόνος διακυβέρνησης ΝΔ τι θα κρατούσατε και τι θα πετούσατε;
«Μέσα σε μόλις 12 μήνες η Ελλάδα έχει κάνει άλματα προόδου. Πριν από κάποιο διάστημα αυτό θα φαινόταν αδιανόητο. Ταυτόχρονα, καταφέραμε να διαχειριστούμε με επιτυχία δύο μείζονες κρίσεις. Μία που αφορούσε την εθνική ασφάλεια με τα γεγονότα του Έβρου και μία υγειονομική κρίση με την πανδημία του COVID-19. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη πέτυχε ένα θετικό πολιτικό παράδοξο. Οι κρίσεις όχι μόνο δεν την έφθειραν, αλλά την ενίσχυσαν. Έγινε κατορθωτό με σκληρή δουλειά, με την ηγετική αποφασιστικότητα του Πρωθυπουργού και με τη στήριξη και την αποδοχή του Ελληνικού λαού. Ένα χρόνο μετά μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι με την πολιτική μας συρρικνώθηκε θεαματικά το χάσμα εμπιστοσύνης που υπήρχε μεταξύ πολιτών και πολιτικής. Αυτό κατά την άποψή μου είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της κυβέρνησής μας. Κρατώ λοιπόν αυτήν τη μεγάλη επιτυχία και αφήνω πίσω οτιδήποτε θα μπορούσε να τραυματίσει την εθνική ενότητα που έχει ανάγκη ο ελληνισμός αυτές τις κρίσιμες ώρες».
Γιατί σας κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ για το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ;
«Το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ αφορά στη φιλοξενία αιτούντων άσυλο σε διαμερίσματα σε όλη τη χώρα. Ο τρόπος υλοποίησής του άλλαξε πλήρως, με σκοπό τη μείωση του κόστους. Έτσι, η αρμοδιότητα, σταδιακά, ως το τέλος του χρόνου περνάει από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατά την πάγια τακτική του κινδυνολογεί και προτρέχει κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι δεν μεριμνά για τους 11.000 πρόσφυγες που μένουν εκτός προγράμματος. Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για αναγνωρισμένους πρόσφυγες οι οποίοι ήρθε να αποχωρήσουν από τα συγκεκριμένα διαμερίσματα καθώς αυτά προορίζονται για εκείνους που έχουν ζητήσει άσυλο περιμένοντας απάντηση. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες έχουν πρόσβαση σε προνοιακά επιδόματα και θα πρέπει να ενταχθούν πλέον στην καθημερινότητα με ίδια μέσα όπως προβλέπεται».
Κύριε Κουμουτσάκο, θα μπορούσε η Ελλάδα να ακολουθήσει το μοντέλο της συμφωνίας της Ιταλίας με την Τουρκία;
«Μη συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα. Η διαπραγμάτευση και η συμφωνία με την Ιταλία κατέστησαν εφικτές γιατί οι σχέσεις Ελλάδας-Ιταλίας είναι τελείως διαφορετικές από αυτές που έχουμε με την Τουρκία. Η Ιταλία είναι μία φίλη χώρα, εταίρος μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχουμε μακρόχρονη, στενή και αγαστή συνεργασία, χωρίς προκλήσεις και εντάσεις. Οποιοσδήποτε διάλογος για να καρποφορήσει και να οδηγήσει σε αποτελέσματα απαιτεί και προϋποθέτει ένα τέτοιο ευνοϊκό περιβάλλον. Περιβάλλον εμπιστοσύνης, συνεργασίας και ήρεμης ατμόσφαιρας. Αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωση της Τουρκίας με δική της ευθύνη».
Φοβάστε ότι μπορεί να ανοίξει και άλλο μέτωπο η Άγκυρα εκτός από αυτά που αντιμετωπίζουμε ως χώρα;
«Η Τουρκία τόσο σε επίπεδο ρητορείας, όσο και σε επίπεδο ενεργειών διευρύνει τα μέτωπα της διεκδίκησης και της έντασης, επιβαρύνοντας συνεχώς την ατμόσφαιρα. Ασκεί συνεχή πολυμετωπική πίεση στην Ελλάδα. Η μόνη απάντηση σε αυτήν τη στρατηγική είναι Η ισχυρή εθνική ενότητα και ετοιμότητα γύρω από τις διαχρονικές και διακομματικές θέσεις της χώρας μας. Απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητικό μαξιμαλισμό που παραγνωρίζει όχι μόνο το διεθνές δίκαιο, αλλά και την ίδια τη γεωγραφία, είναι λάθος εμείς να εμπλεκόμαστε σε μία ενδοελληνική – και μάλιστα δημόσια – διαπραγμάτευση, αναζητώντας μόνοι μας συμβιβασμούς, πριν καν αρχίσει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με την άλλη πλευρά. Αυτή η τακτική δεν φέρνει το διάλογο πιο κοντά. Τον απομακρύνει, γιατί στέλνει ένα μήνυμα στην Τουρκία ότι όσο εκείνη πιέζει, τόσο εμείς θα αναζητούμε μεταξύ μας και δημόσια, σημεία συμβιβασμού κατώτερα από τις σταθερές μας θέσεις. Έτσι η Τουρκία δεν θα έχει λόγο να ξεκινήσει έναν ουσιαστικό διάλογο χωρίς ταυτόχρονες εκβιαστικές προκλήσεις, αλλά να συνεχίζει την πίεση καταγράφοντας εντωμεταξύ τις διάφορες “ελάσσονες απόψεις” που ακούγονται εντός Ελλάδος. Το επιβεβαίωσαν δυστυχώς, οι τελευταίες δηλώσεις του Υπουργού Αμύνης της Τουρκίας, κ. Ακάρ».
Θεωρείται ότι οι εξελίξεις γύρω από την Αγία Σοφία εντάσσονται σ’ αυτή την στρατηγική δημιουργίας που τραυματίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
«Το ζήτημα της Αγίας Σοφίας δεν είναι ελληνοτουρκικό. Είναι ζήτημα διεθνές, που αφορά στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά. Δεν παύει όμως να δηλητηριάζει και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πολύ φοβάμαι ότι είναι μία συνειδητή επιλογή της Τουρκίας. Η απάντηση όμως πρέπει να είναι διεθνής. Η Ελλάδα οφείλει να είναι στην πρώτη γραμμή της Ευρωπαϊκής και διεθνούς αντίδρασης απέναντι σ’ αυτές τις προκλητικές μεθοδεύσεις της Αγκύρας».
Θα δούμε ξανά προσφυγόπουλα να πηγαίνουν σε χώρες της Ευρώπης για μετεγκατάσταση ή το πρόγραμμα το συγκεκριμένο έχει σταματήσει και χώρες της Ευρώπης δε δέχονται τη φιλοξενία προσφυγόπουλων;
«Αντιθέτως, το πρόγραμμα μετεγκατάστασης 1.600 ασυνόδευτων ανηλίκων συνεχίζεται εντατικά. Θυμίζω ότι είναι μια πρωτοβουλία της Ελληνικής Κυβέρνησης, και του Πρωθυπουργού προσωπικά, την οποία στηρίζει έμπρακτα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μέχρι στιγμής έχουν μετεγκατασταθεί περίπου 150 παιδιά σε Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ελβετία, Πορτογαλία, Μ. Βρετανία και Φινλανδία. Δεν είναι μια εύκολη διαδικασία. Απαιτεί μεγάλη προσοχή και τη συστηματική και εντατική δουλειά πολλών διαφορετικών εμπλεκομένων. Πρώτιστο μέλημά μας είναι το βέλτιστο συμφέρον αυτών των παιδιών, η εξασφάλιση μιας καλύτερης ζωής. Μετά τη μικρή αναβολή που επέφερε η πανδημία, συνεχίζουμε εντατικά τις μετεγκαταστάσεις σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Στόχος μας είναι η πραγματοποίηση μιας πτήσης κάθε εβδομάδα περίπου».