Άρθρο του κ. Γιώργου Κουμουτσάκου, στο περιοδικό Ναυτικά Χρονικά (τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου)
Τα μεγάλα διεθνή γεωπολιτικά διακυβεύματα στο μέλλον θα κριθούν στη θάλασσα, όπου η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα. Το γεωπολιτικό πλεονέκτημά της είναι η μεγάλη ακτογραμμή, η γεωγραφική θέση και ο τεράστιος εμπορικός στόλος της.
Η ναυτιλία είναι ο μόνος τομέας οικονομικής δραστηριότητας όπου η Ελλάδα κατέχει διαχρονικά τη διεθνή πρωτιά. Η ελληνόκτητη ναυτιλία –ένας από τους βασικούς πλουτοπαραγωγικούς πυλώνες της εθνικής οικονομίας (μαζί με τον τουρισμό)–, με 5.226 πλοία, ελέγχει το 19,63% της παγκόσμιας χωρητικότητας σε τόνους DW και το 50% της ευρωπαϊκής χωρητικότητας. Ως εξωστρεφής, η ελληνική ναυτιλία είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες του διεθνούς θαλάσσιου εμπορίου μεταξύ χωρών-παραγωγών και χωρών-καταναλωτών. Η ελληνική ναυτιλία είναι ο μεγαλύτερος πελάτης των ναυπηγείων της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Νοτίου Κορέας, εξασφαλίζοντας απασχόληση σε χιλιάδες εργαζομένους στα ναυπηγεία αυτών των χωρών. Το ίδιο ισχύει για τις επισκευές πλοίων που πραγματοποιούνται ανά την υφήλιο, αλλά και στη Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα, και για τις διαλύσεις πλοίων, όπου τα ελληνικά πλοία πηγαίνουν στα διαλυτήρια Ινδίας, Μπανγκλαντές και Πακιστάν.
Ακόμα, τα ελληνικά πλοία επανδρώνονται σήμερα σε μεγάλο βαθμό από ξένους ναυτικούς, με κατώτερα πληρώματα αλλά και αξιωματικούς προερχόμενους από χώρες όπως οι Φιλιππίνες, η Ουκρανία, η Πολωνία, το Πακιστάν, η Αίγυπτος. Στις χώρες προέλευσης των ναυτικών αυτών, η Ελλάδα διαθέτει αυξημένη παρουσία και μέσα πίεσης λόγω της σταθερής απασχόλησης του εργατικού δυναμικού τους.
Τα ελληνικά πλοία παρέχουν απασχόληση στα λιμάνια ανά την υφήλιο, χρησιμοποιώντας μια σειρά παραναυτιλιακών υπηρεσιών από το λεγόμενο ναυτιλιακό πλέγμα (cluster) δραστηριοτήτων: λιμενικές υπηρεσίες, πλοηγοί, φορτοεκφορτωτές, τροφοδότες πλοίων, ναυτικοί πράκτορες, ασφαλιστές, νηογνώμονες, δικηγόροι. Συνεπώς, δημιουργούν οικονομική δραστηριότητα και ανάπτυξη σε όλες τις παράκτιες χώρες της υφηλίου, δηλαδή η Ελλάδα συνεισφέρει στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) τους μέσω των παρεχόμενων ναυτιλιακών υπηρεσιών. Επομένως, τα ελληνικά πλοία δημιουργούν «καλή θέληση» υπέρ της Ελλάδας, που πρέπει να εξαργυρωθεί διπλωματικά.
Η εξαργύρωση αυτή μπορεί να γίνει όχι μόνο για την προώθηση των ελληνικών ναυτιλιακών θέσεων, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως για την προώθηση των εθνικών θεμάτων και για τη συμβολή στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Τα πλοία πρέπει να γίνουν τα κατεξοχήν οχήματα της οικονομικής διπλωματίας και να «ανοίγουν πόρτες» για την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) και σε διμερείς και πολυμερείς διεθνείς εμπορικές και ναυτιλιακές διαπραγματεύσεις.
Στο ΝΑΤΟ ο ελληνικός εμπορικός στόλος είναι πολύτιμος σε περιόδους επιστράτευσης, όπως και η βάση της Σούδας. Παράλληλα, ας μην ξεχνούμε τη γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας στο σταυροδρόμι του εμπορίου Ανατολής και Δύσης, καθώς και τα 3.000 νησιά μας.
Η θαλάσσια διάσταση είναι ένα αναξιοποίητο πλεονέκτημα, του οποίου η Ελλάδα πρέπει να κάνει δυναμική χρήση σε όλα τα διεθνή διπλωματικά fora. Χωρίς υπερβολή, εάν υπενθυμίζει τη θαλάσσια διάσταση στη διαπραγμάτευση οποιουδήποτε θέματος, η Ελλάδα μπορεί να μιλά από θέσεως ισχύος. Συνεπώς, απαιτείται τόσο από τους φορείς του εφοπλισμού όσο και από τις αρμόδιες ελληνικές πολιτικές και διπλωματικές αρχές ευρύτερη κινητοποίηση προς επίτευξη του στόχου.
Όλα τα ανωτέρω διαμορφώνουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας και αποτελούν ένα αδιαμφισβήτητο ισχυρό όπλο της ελληνικής διπλωματίας, τόσο οικονομικό όσο και πολιτικό.
*Ο κ. Γιώργος Κουμουτσάκος είναι υποψήφιος Βουλευτής (Β1) Βορείου Τομέα Αθηνών