Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι σήμερα στο Ινστιτούτο Γκαίτε.
Είναι γνωστή η δράση του για την προώθηση ενός πολύ σημαντικού τμήματος του ευρωπαϊκού πολιτισμού του που δεν είναι απλώς το άθροισμα των επιμέρους εθνικών πολιτισμών των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά η δημιουργική τους σύνθεση σ’ ένα διακριτό και αδιαίρετο σύνολο.
Ο πολιτισμός που μας ενώνει έχει στο επίκεντρό του τον άνθρωπο. Αυτή, άλλωστε, είναι η βάση πάνω στην οποία διαμορφώθηκε το “ευρωπαϊκό μοντέλο”. Δηλαδή το τρίπτυχο: οικονομική ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσωπο σε πλαίσιο δημοκρατικής Πολιτείας.
Επίσης, το Ινστιτούτο Γκαίτε είναι συνδεδεμένο με την ιστορία του τόπου μας, και ειδικότερα με τη συμβολή του στον αγώνα κατά της επτάχρονης δικτατορίας.
Όλα αυτά φαίνεται, τα αγνοούσαν κάποιοι, που εκφράζοντας ανόητες, περιθωριακές απόψεις ψέλλισαν κάτι περί κατασχέσεως. Ευτυχώς αυτές οι «εμπνεύσεις» εγκαταλείφθηκαν. Έμειναν εκεί όπου ανήκουν: στο περιθώριο.
Θέλω να συγχαρώ τους διοργανωτές της εκδήλωσης. Το σημερινό θέμα είναι τόσο επίκαιρο όσο και κρίσιμο. Πράγματι Ευρώπη και Ελλάδα, Ελλάδα και Ευρώπη, βρίσκονται σε σταυροδρόμι μεγάλων προκλήσεων. Έχουμε μπροστά μας ερωτήματα που η απάντησή τους θα είναι καθοριστική για όλους μας.
Είναι η σημερινή Ευρώπη αυτή που θέλαμε και στην οποία πιστέψαμε; Μπορεί ν’ ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις; Να είμαστε ειλικρινείς. Η απάντηση είναι αρνητική. Όχι.
Παρ’ όλα αυτά η Ευρώπη παραμένει, ακόμα και σήμερα, υπόδειγμα και πρότυπο για τους περισσότερους λαούς του κόσμου. Πρότυπο εμπεδωμένης δημοκρατίας, σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των κοινωνικών δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, του κράτους πρόνοιας, και της ποιότητας ζωής για τους πολίτες.
Το γεγονός ότι η Ευρώπη σήμερα δεν είναι αυτή που θα θέλαμε, δεν μπορεί να είναι άλλοθι για την απαξίωσή της, αλλά αντίθετα, κίνητρο για την ισχυροποίησή της. Όχι αιτία αποδόμησης αλλά πιεστικό αίτημα βελτίωσης της Ευρώπης.
Βέβαια, βελτίωση της Ευρώπης δεν μπορεί να είναι η αποτυχία οποιουδήποτε κράτους-μέλους της, η χρεοκοπία του, η κατάρρευσή του, η αποπομπή του από την οικογένεια. Αυτό θα ήταν τεράστια οπισθοδρόμηση για την Ευρώπη. Η ευθύνη για μία τέτοια δραματική εξέλιξη θα βάραινε όλους ανεξαιρέτως. Επιπλέον, θα ήταν σύμπτωμα μεγάλης παρακμής το να ξεκινούσε ένα παιχνίδι καταλογισμού ευθυνών για την αποτυχία.
Πρέπει, λοιπόν, να επικρατήσει έστω και την ύστατη αυτή ώρα η κοινή λογική. Από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης η σοβαρότητα, η υπευθυνότητα και ο ρεαλισμός που έλειψαν όλο το προηγούμενο διάστημα.
Από την πλευρά τους οι εταίροι και οι δανειστές θα πρέπει να επιδείξουν τη μέγιστη δυνατή κατανόηση και αλληλεγγύη προς τον ελληνικό λαό που υπέφερε όσο κανείς τα χρόνια της κρίσης.
Ακούω με μεγάλο προβληματισμό το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος. Κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει το αδιέξοδο της διαπραγμάτευσης. Τον εγκλωβισμό της σε ιδεοληψίες εκτός πραγματικότητας. Και θα ήταν δειλή μετάθεση ευθυνών από την πολιτική στους πολίτες.
Ένα είναι σίγουρο: Η ρήξη θα είναι καταστροφική. Γι’ αυτό και η συμφωνία είναι αναγκαία.