Συνέντευξη ευρωβουλευτή Ν.Δ. Γ. Κουμουτσάκου στην κυπριακή εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος» και στον Α. Βικέτο
Η Τουρκία «παίζει με τη φωτιά» και επιδιώκει μια «ελεγχόμενη ένταση», προσπαθώντας να «σύρει» τις Η.Π.Α. στη διαχείριση μιας κρίσης, που η ίδια υποδαυλίζει, εκτιμά ο Έλληνας ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γιώργος Κουμουτσάκος. Σε αποκλειστική συνέντευξη στον «Φ» ο κ. Κουμουτσάκος, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά την τουρκική πολιτική, λόγω της προηγούμενης θητείας του ως εκπρόσωπος του Ελληνικού ΥΠΕΞ, δηλώνει ότι έχει καταλήξει στην εκτίμηση ότι η Τουρκία επιδιώκει στο Κυπριακό μια λύση που θα της δώσει ένα διαρκές «droit de regard» στο Νησί. Που θα της διασφαλίσει σταθερό ρόλο και λόγο τοποτηρητή στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Αναφορικά με την κυπριακή προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κ. Κουμουτσάκος υποδεικνύει ότι η Λευκωσία, για παράδειγμα, θα μπορούσε να πετύχει πρόοδο σε κάποιο από τρία πολιτικώς δυνάμενα να ανοίξουν διαπραγματευτικά κεφάλαια στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας. Έτσι, επισημαίνει ότι η «Άγκυρα είτε θα αναγνώριζε την Κυπριακή Προεδρία, είτε θα έχανε την όποια αξιοπιστία της». Αλλά και πέραν αυτού, το εξάμηνο της Προεδρίας θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και στο Ευρωατλαντικό πεδίο, «με σκοπό να διευρυνθούν οι συμμαχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας», σημειώνει, παραπέμποντας ευθέως στην αίτηση για ένταξη στον Συνεταιρισμό για ένταξη στον Συνεταιρισμό για την Ειρήνη.
–Τί προορούμε να αναμένουμε από την συνάντηση, τέλη Οκτωβρίου, Μπαν Κι Μουν – Χριστόφια -Έρογλου;
Προς το παρόν, εκείνο που είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού είναι η σκλήρυνση της τουρκικής πλευράς. Οι απειλές παγώματος των σχέσεων με την Προεδρία της Ε.Ε. κατά το κυπριακό εξάμηνο και η συνειδητά συντηρούμενη ένταση στην κυπριακή ΑΟΖ και στην Ανατολική Μεσόγειο είναι κακός οιωνός για την προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού.
Ο κ. Ντάουνερ βέβαια εμφανίζεται αισιόδοξος. Όμως οι απειλές και αυτό το κλίμα έντασης, αν και δεν συνδέονται τυπικά με τις συνομιλίες, δεν δικαιολογούν αισιοδοξία. Είμαι λοιπόν επιφυλακτικός όσον αφορά στο ουσιαστικό αποτέλεσμα της συνάντησης. Εκείνο που ρεαλιστικά μπορεί να περιμένει κανείς είναι η συντήρηση της διαδικασίας.
–Γιατί υποστηρίζετε ότι η Τουρκία επιδιώκει συνειδητά την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο και ειδικά στην Κυπριακή ΑΟΖ;
Μπορώ να σκεφτώ τουλάχιστον 3+1 λόγους. Πρώτον, η ηγετική θέση που διεκδικεί η Τουρκία στον μουσουλμανικό κόσμο, ιδιαίτερα μετά το κενό ηγεσίας που δημιούργησε η “αραβική άνοιξη”. Αυτόν ακριβώς το σκοπό εξυπηρετούν η κλιμάκωση της έντασης και η συντήρηση της διελκυστίνδας με το Ισραήλ.
Δεύτερον. Κατοχύρωση πρωταγωνιστικού περιφερειακού ρόλου. Αυτό για την Τουρκία σημαίνει ότι καμία γεωστρατηγική, γεωπολιτική και οικονομική εξέλιξη στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως η εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη δική της “έγκριση”…
Τρίτον. Η επιδίωξη της Τουρκίας να διαβρώσει, ήδη από τώρα, τη δυνατότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας να ασκήσει μια ουσιαστική, αποτελεσματική και με κύρος Προεδρία της ΕΕ. Πώς; Εμφανίζοντάς την ως πηγή εντάσεων και κρίσεων και όχι ως παράγοντα σταθερότητας.
Τέλος, ο Ερντογάν αξιοποιεί την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο για έναν ακόμα, εσωτερικής πολιτικής, λόγο. Για να αυξήσει την συσπείρωση στο πρόσωπο του ενόψει της διαδικασίας αλλαγής του Τουρκικού Συντάγματος και της ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αξίωμα στο οποίο φαίνεται να προσβλέπει.
–Αν η Άγκυρα κάνει πράξη τις απειλές της σε σχέση με την κυπριακή ΑΟΖ, πού προβλέπετε ότι θα κάνει “κίνηση”, επί κυπριακού εδάφους, στην κυπριακή ΑΟΖ ή στο Αιγαίο;
Η Τουρκία “παίζει με την φωτιά”. Επιδιώκει μια “ελεγχόμενη ένταση”, προσπαθώντας να “σύρει” τις Η.Π.Α. στην διαχείριση μιας κρίσης που η ίδια υποδαυλίζει. Έχει επενδύσει στον εκφοβισμό της εταιρείας και τελικά στην αναβολή ή ματαίωση των ερευνών.
Εάν δεν το επιτύχει αυτό, τότε εκτιμώ ότι η δραστηριότητά της θα επικεντρωθεί στην ευρύτερη περιοχή των ερευνών. Άλλωστε, εκεί υπάρχει διελκυστίνδα και με το Ισραήλ, από την οποία επιδιώκει οφέλη εντυπώσεων στον μουσουλμανικό κόσμο.
Ταυτόχρονα δεν μπορώ να αποκλείσω και κάποιας μορφής παράλληλη τουρκική κινητικότητα στο Αιγαίο και στην περιοχή του Καστελόριζου. Είναι αυτή πολιτική μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες; Όχι βέβαια. Είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι πολιτική πολλαπλών προβλημάτων με τους γείτονες.
–Τι ρόλο μπορεί να παίξει η ΕΕ;
Η αποτρεπτική διπλωματία της ΕΕ πρέπει να είναι πιο δραστήρια και αποφασιστική. Να μην εμφανίζεται ως “Πόντιος Πιλάτος”, όταν εκτοξεύονται απειλές κατά κρατών-μελών. Είναι πρωτίστως ζήτημα δικής της αξιοπιστίας. Άλλωστε η αξιοποίηση πλουτοπαραγωγικών πηγών από την Κυπριακή Δημοκρατία συμβάλλει στην ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ και στην πολιτική διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας. Ας μην ξεχνάμε και τη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής που περιλαμβάνει η Συνθήκη της Λισαβόνας.
–Από την πείρα σας και ως εκπρόσωπου παλαιότερα του ΥΠΕΞ έχετε καταλήξει σε κάποια άποψη αναφορικά με τη μορφή λύσης του κυπριακού που θέλει η Άγκυρα;
Μια λύση που θα της δώσει ένα διαρκές “droit de regard” στο Νησί. Που θα της διασφαλίσει σταθερό ρόλο και λόγο τοποτηρητή στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο. Αυτός ήταν ανέκαθεν ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας. Γι’ αυτό η Άγκυρα δεν θέλει να ακούει ούτε λέξη για κατάργηση των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων ακόμα και σε μια επανενωμένη, ευρωπαϊκή Κύπρο, μέλος της Ε.Ε. Η “προστασία” των τουρκοκυπρίων ήταν πάντα το όχημα, η πρόφαση και το πρόσχημα για την προώθηση του περιφερειακού στρατηγικού ρόλου που η Τουρκία θέλει να έχει στην κρίσιμη αυτήν περιοχή. Το επιβεβαιώνει άλλωστε ο κ. Νταβούτογλου στο βιβλίο του περί στρατηγικού βάθους.
–Ποιά θέση στις προτεραιότητες της Άγκυρας και του Ερντογάν εκτιμάτε ότι έχει η ενταξιακή πορεία της χώρας και το Κυπριακό;
Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι η δήθεν “αδιαφορία” της Τουρκίας για την ευρωπαϊκή της πορεία και ένταξη, ήταν εξ αρχής και παραμένει μια δύσκολα αποκρυπτόμενη “μπλόφα”. Αναγνωρίζω βέβαια ότι η ένταση της επιθυμίας της Τουρκίας για την ευρωπαϊκή προοπτική έχει εξασθενίσει. Όμως δεν πρέπει να έχουμε ψευδαισθήσεις. Τυχόν επιβεβαίωση της αποτυχίας να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ήταν ιστορικό πλήγμα στο γόητρο και την ισχύ της Τουρκίας. Άλλωστε η στρατηγική της επιδίωξη: “ισότιμος εταίρος και συνομιλητής των ευρωπαίων και ταυτόχρονα εκπρόσωπος και εκφραστής του μουσουλμανικού κόσμου στις Βρυξέλλες”, δεν έχει αλλάξει. Θα έλεγα μάλιστα ότι ενισχύεται μετά την “αραβική άνοιξη”.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι το ευρωπαϊκό στοίχημα παραμένει ισχυρό για την Τουρκία. Κατ’ επέκταση δε, παραμένει ισχυρή και η ανάγκη να υπάρξει λύση στο Κυπριακό. Αυτό είναι θετικό γιατί ειλικρινά θέλουμε να έχουμε ως γείτονα μια ευρωπαϊκή, μια πραγματικά ευρωπαϊκή Τουρκία, που είναι στο χέρι της να κερδίσει την ένταξή της στην ΕΕ.
–Τι αναμένετε από την Κυπριακή Προεδρία στην ΕΕ; Ποιές δυσκολίες εκτιμάτε ότι θα προκαλέσει η Τουρκία;
Η Προεδρία της ΕΕ θα είναι ιστορικά, πολιτικά και σημειολογικά μια κορυφαία στιγμή για την Κυπριακή Δημοκρατία. Είμαι βέβαιος ότι θα είναι μια άρτια οργανωμένη και αποτελεσματική Προεδρία. Αυτό δυστυχώς, δεν αρέσει στην Τουρκία. Ήδη επιδιώκει να ορθώσει εμπόδια και να “διαβρώσει” προκαταβολικά το κύρος της Κυπριακής Προεδρίας. Η απόλυτα αρνητική αυτή στάση της Άγκυρας πρέπει να αντιμετωπιστεί. Όχι με άρνηση στην άρνηση. Αλλά με ευελιξία. Με παραγωγικό και εποικοδομητικό πνεύμα, αλλά και σταθερότητα στις αρχές, τους κανόνες και τη θεσμική τάξη της ΕΕ.
–Θα θέλατε να γίνετε σαφέστερος;
Ποιά θα ήταν άραγε η αντίδραση της Άγκυρας, εάν για παράδειγμα η Κυπριακή Προεδρία πετύχαινε πρόοδο σε κάποιο από τρία πολιτικώς δυνάμενα να ανοίξουν διαπραγματευτικά κεφάλαια; Η Άγκυρα είτε θα αναγνώριζε την Κυπριακή Προεδρία, είτε θα έχανε την όποια αξιοπιστία της. Θα βρισκόταν έτσι ενώπιον της δικής της αδιέξοδης και αντιπαραγωγικής άρνησης να αποδεχθεί τα αυτονόητα. Αλλά και πέραν αυτού, το εξάμηνο της Προεδρίας θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και στο Ευρωατλαντικό πεδίο με σκοπό να διευρυνθούν οι συμμαχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αν η Τουρκία, πέραν των απειλών που εκτοξεύει, προκαλεί παντού εμπόδια θα είναι αποκλειστικά δικό της πρόβλημα και δική της ευθύνη.
–Πόσο επηρεάζει η οικονομική κρίση στην Ελλάδα την εξωτερική πολιτική της χώρας;
Η οικονομία είναι θεμελιώδης παράγοντας ισχύος κάθε κράτους. Σε εποχές οικονομικής κρίσης, η μεγάλη πρόκληση για την εξωτερική πολιτική είναι πως θα υπηρετήσει αποτελεσματικά τους σταθερούς εθνικούς στρατηγικούς στόχους με λιγότερα διαθέσιμα μέσα. Η απόσταση μεταξύ μέσων και στόχων πρέπει και μπορεί να καλυφθεί επαρκώς με νέες προσεγγίσεις, νέες εναλλακτικές ιδέες και κινήσεις. Υπ’ αυτό το πρίσμα, θα μπορούσε να ερμηνευθεί και η επιτάχυνση στην εμβάθυνση των ελληνο-ισραηλινών σχέσεων. Σε εποχές κρίσης η διεύρυνση συμμαχιών είναι πολύτιμο εφόδιο.
–Η ΝΔ τάσσεται τώρα υπέρ της οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδος –Κύπρου, Γιατί αυτό δεν έγινε επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή; Επίσης, γιατί επί κυβερνήσεως ΝΔ δεν ασκήθηκε το κυριαρχικό δικαίωμα για επέκταση των Ελληνικών χωρικών υδάτων πέραν των 6 ν.μ.;
Η συνεργασία Αθηνών-Λευκωσίας ήταν πολύ στενή, άριστη σε όλα τα επίπεδα. Με σοβαρότητα, σχεδιασμό και συνέπεια προετοιμάζονταν τότε το έδαφος για μια τέτοια κίνηση. Είχαν ξεκινήσει διακριτικά αλλά και συστηματικά συνομιλίες για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Αίγυπτο και την Λιβύη. Επίσης επιτεύχθηκε μια αμοιβαίου οφέλους διμερής συμφωνία καθορισμού θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία. Ουδέποτε εγκαταλείφτηκε οποιαδήποτε δυνατότητα άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων.
–Θεωρείτε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιδείξει την απαιτούμενη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα; Και εν πάση περιπτώσει πόσο θα βοηθούσε μια κοινή εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. στην παρούσα συγκυρία;
Πιστεύω ακράδαντα στην ανάγκη μιας ισχυρότερης και αποτελεσματικότερης Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας για την Ευρώπη. Βέβαια μπορεί να μην είχαμε πάντα το βαθμό στήριξης που θα επιθυμούσαμε ως κράτος-μέλος, αλλά ο συνολικός απολογισμός είναι θετικός. Τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που έχουμε ως μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας είναι πολλαπλά και σημαντικά. Άλλωστε, μόνον έτσι μπορούμε να προσβλέπουμε σε ουσιαστική εφαρμογή – εάν χρειαστεί – της ρήτρας αλληλεγγύης και της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής που περιλαμβάνονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, ειδικά στην παρούσα συγκυρία έντασης.
–Πως αξιολογείτε την πρόσφατη εξαγγελία Ερντογάν για επιστροφή στα μειονοτικά βακούφια των ακινήτων τους;
Είναι αναντίρρητα μια βελτιωτική κίνηση την οποία όμως – δεν πρέπει να το λησμονούμε – χρωστούσε η Τουρκία στην ελληνική μειονότητα για σχεδόν ογδόντα χρόνια. Άλλωστε, και αυτή η ρύθμιση είναι ατελής αφού αφήνει άλυτα σοβαρά ζητήματα, όπως εκείνο της επιστροφής των κατειλημμένων ιδρυμάτων. Ούτε υπάρχει ακόμα κάποια πρόοδος στην αναγνώριση της νομικής προσωπικότητας του Πατριαρχείου, της διαδικασίας εκλογής του Οικουμενικού Πατριάρχη και της επαναλειτουργίας της Σχολής της Χάλκης.
Πάντως δεν είναι αμελητέο γεγονός. Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη. Όχι γιατί μπορεί να επανορθώσει ή να στείλει στη λήθη αδικίες, αρπαγές και διωγμούς δεκαετιών. Αλλά γιατί είναι ένα ακόμα βήμα, ακόμα ένα στοιχείο μιας νέας προσέγγισης από τον Ερντογάν την οποία θα πρέπει να εκτιμήσουμε με την δέουσα ψυχραιμία και προσοχή. Από πλευράς μας οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τις εξελίξεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Οφείλουμε να δούμε τους Έλληνες που ζουν στην Τουρκία όχι ως τους τελευταίους του χθες αλλά ως τους πρώτους του αύριο.