Με τον καταστροφικό πόλεμο στην Ουκρανία να εισέρχεται στον τρίτο μήνα της βάναυσης ρωσικής εισβολής, η διεθνής και χρονική συγκυρία στην οποία θα πραγματοποιηθεί το ταξίδι του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσδίδει στη συγκεκριμένη επίσκεψη ιστορικά χαρακτηριστικά. Γίνεται κυριολεκτικά στην εκκίνηση μιας νέας γεωπολιτικής εποχής με ευρύ αναδασμό συμφερόντων, σφαιρών επιρροής και ισορροπιών στην περιοχή μας, στην Ευρώπη, στον κόσμο. Πρόκειται για μετάβαση που παρουσιάζει κινδύνους μαζί και ευκαιρίες.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική καλείται να μειώσει στο ελάχιστο τους πρώτους και να αυξήσει στο μέγιστο τις δεύτερες. Αυτό θα μπορέσει να επιτευχθεί στο βαθμό που η Ελλάδα θα μπορέσει ν´αναδειχθεί ως χώρα-κλειδί ή καλύτερα, ως χώρα αναφοράς για τη νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική που θα αναδυθεί μετά τον πόλεμο.
Αυτό μπορεί να το επιτύχει μόνον με σύγκλιση, όχι σε απόκλιση, με την αμερικανική και ευρωπαϊκή πολιτική στην ευρύτερη περιοχή. Σπεύδω να επισημάνω τη διαφορά μεταξύ του όρου «σύγκλιση» και του όρου «ταύτιση». Η σύγκλιση είναι πιο ρεαλιστικός στόχος από την απόλυτη ταύτιση. Μιλάμε άλλωστε για ανεξάρτητα κράτη που συνεργάζονται στενά, συμμαχούν, συντονίζονται αλλά και διατηρούν τις θεμελιώδεις εθνικές τους προτεραιότητες και ιεραρχήσεις. Η επισήμανση είναι απαραίτητη γιατί επιτρέπει μεν ρεαλιστικές θετικές αναμονές, αποτρέπει δε τυχόν υπέρμετρες φιλοδοξίες και ελπίδες που έχουν την τάση να διαψεύδονται.
Με αυτά ως «κρατούμενα», πρέπει να τονιστεί ότι η επίσκεψη του έλληνα Πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτων γίνεται με τους καλύτερους δυνατούς όρους:
– Οι ελληνο-αμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στην καλύτερη περίοδό τους σε βάθος μιας γενιάς. Είναι πολυδιάστατες και όχι επικεντρωμένες μόνον στο στρατιωτικο-αμυντικό τομέα, όπως συνέβαινε επί δεκαετίες στο παρελθόν. Η ενέργεια, η εκπαίδευση, η έρευνα και τεχνολογία, η εσωτερική ασφάλεια, ο τουρισμός, το εμπόριο, οι επενδύσεις έχουν προσδώσει πρωτόγνωρο εύρος και βάθος στην ελληνο-αμερικανική στρατηγική εταιρική σχέση. Επιπλέον, αυτή η θετική εξέλιξη έχει, για πρώτη φορά στην μεταπολεμική μας ιστορία, ευρύτατη διακομματική αποδοχή από σχεδόν το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, στη δεξιά και στην αριστερά.
– Η ξεκάθαρη στάση της Ελλάδας στο ουκρανικό ζήτημα σύμφωνα με τις διαχρονικές θέσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής: όχι σε τυχοδιωκτικούς και επικίνδυνους αναθεωρητισμούς, όχι στην παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και θεμελιωδών αρχών και κανόνων του, έχει αναδείξει την Ελλάδα σε σταθερό και αξιόπιστο διεθνή παράγοντα συμβολής στην σταθερότητα.
– Η γεωστρατηγική συμβολή της στη συμμαχική επιχειρησιακή εγρήγορση με την αξιοποίηση του συστήματος των σημαντικότατων διευκολύνσεων όπως – αλλά όχι μόνον – στην Κρήτη και την Αλεξανδρούπολη επιβεβαίωσε και ενίσχυσε την προστιθέμενη αξία και αξιοπιστία της Ελλάδας ως συμμάχου στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
– Οι μεγάλες δυνατότητες που έχει η Ελλάδα να αποτελέσει σημαντικό ενεργειακό κόμβο και να συμβάλλει στην ταχύτερη δυνατή ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, ως χώρος εναλλακτικών οδών και πηγών ενέργειας, της δίνουν έναν ακόμη εν δυνάμει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της υπ´αριθμόν ένα πρόκλησης της νέας εποχής, εκείνην της ενέργειας.
– Οι επιτευχθείσες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία έχουν καταστήσει την Ελλάδα σαφώς φιλικότερη και θελκτικότερη σε ξένες επενδύσεις.
Όλα αυτά διαμορφώνουν ένα στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο μπορεί η Ελλάδα να κτίσει ένα στιβαρό αφήγημα και μια ρεαλιστική προοπτική ανάληψης σημαντικών περιφερειακών ρόλων που θα είναι χρήσιμοι πρωτίστως για τα δικά της συμφέροντα και ταυτόχρονα απολύτως συμβατοί και ενισχυτικοί των συμφερόντων της δημοκρατικής Δύσης.
Αυτό μπορεί να είναι το βασικό «όχημα» για το πως βλέπουμε την Ελλάδα του αύριο στο τρίγωνο Ανατολική Μεσόγειος-Βαλκάνια-Μαύρη Θάλασσα. Άλλωστε έχει η χώρα μας έχει ήδη να παρουσίασει τα πολύ σημαντικά σχήματα συνεργασίας με την Κύπρο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο καθώς και τις συνεχώς διευρυνόμενες και εμβαθυνόμενες σχέσεις με κομβικές χώρες της Μέσης Ανατολής όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Αγκάθι σε όλα αυτά είναι η επίμονη αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας που παραβιάζει κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και ρυθμίσεις των Διεθνών Συνθηκών. Κύρια έκφραση και επιτομή της αποσταθεροποιητικής αυτής πολιτικής είναι η διαβόητη θεωρία της «Γαλάζιας Πατρίδας». Μια πολιτική που, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα και εντάσεις, αφ´ενός εμποδίζει τις προοπτικές διμερούς και περιφερειακής συνεννόησης για τα ζητήματα και τις δυνατότητες της Ανατολικής Μεσογείου, αφ´ετέρου υποσκάπτει επικίνδυνα τη συνοχή της Ατλαντικής Συμμαχίας στην κρίσιμη Νοτιοανατολικής της Πτέρυγα και μάλιστα στην παρούσα συγκυρία που επιβάλει αποτελεσματικές πολιτικές ανάσχεσης και αποτροπής του ρωσικού αναθεωρητισμού.
Εάν κάποιον πρέπει να πιέσουν λοιπόν οι ΗΠΑ για να οικοδομηθεί ένα νέο περιφερειακό περιβάλλον σταθερότητας, ασφάλειας, συνεργασίας και επωφελούς αξιοποίησης των δυνατοτήτων της Ανατολικής Μεσογείου, αυτός δεν είναι άλλος από την νεοθωμανική αναθεωρητική Τουρκία. Η επιτήδεια ενεργός ουδετερότητά της στο ζήτημα του πολέμου και η φιλοξενία αναποτελεσματικών συνομιλιών για την ειρήνευση στην Ουκρανία, δεν μπορεί να αποτελούν άλλοθι για ένα μυωπικό συγχωροχάρτι» προς τον
«ανατολίτικο αυταρχισμό».
Η νέα γεωπολιτική εποχή που ανατέλλει πρέπει να θεμελιωθεί σε ξεκάθαρες θέσεις καί όχι σε ομιχλώδη παίγνια ίσων αποστάσεων.
Αυτήν τη λογική μπορούν και πρέπει να υπηρετήσουν οι καλύτερες και στενότερες ελληνο-αμερικανικές σχέσεις των τελευταίων δεκαετιών.