Συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή και τον δημοσιογράφο Αθανάσιο Έλλις.
Μόλις επισκεφθήκατε τη Μυτιλήνη. Ποια είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τις ροές από την Τουρκία προς τα νησιά;
– Η κατάσταση που παραλάβαμε ήταν εξ αρχής ιδιαίτερα δύσκολη: υπερπληθυσμός στις υπάρχουσες 5 δομές στα νησιά και οριακή κατάσταση στις 25 δομές της ενδοχώρας, ακατάλληλες υποδομές και ανεπαρκές προσωπικό, ιδιαίτερα χρονοβόρες διαδικασίες στην εξέταση ασύλου και, ως συνέπεια όλων αυτών, καταπόνηση των τοπικών κοινωνιών. Ένα άθροισμα σύνθετων προβλημάτων χωρίς εύκολες λύσεις πλέον.
Πήγα στη Λέσβο διότι τα μηνύματα είναι ανησυχητικά και αυτό παρά το ότι, όπως έχει τονίσει ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Χρυσοχοΐδης, οι υπηρεσίες και τα στελέχη τους, επιτελούν με αυταπάρνηση το καθήκον τους σε πολύ δύσκολες συνθήκες διασφαλίζοντας έτσι παρά τις μεγάλες αντιξοότητες την ομαλή οικονομική λειτουργία και την κοινωνική ειρήνη στο νησί. Παρατηρούνται αυξημένες ροές που δημιουργούν πρόσθετη πίεση σε μια ήδη ασφυκτική κατάσταση στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης στη Μόρια. Υπάρχει ένταση ροών σε όλη τη διάρκεια του 2019, ιδιαίτερα όμως τους τελευταίους αυτούς μήνες.
Σήμερα στη Λέσβο, στη Σάμο, τη Χίο, στην Κω, στη Λέρο, οι πρόσφυγες και μετανάστες έχουν ξεπεράσει συνολικά τις 20.000. Αύξηση 17% σε λίγες εβδομάδες. Το τελευταίο διάστημα δεν υπάρχει ημέρα χωρίς ροές. Ενδεικτικά, στη Λέσβο είχαμε αύξηση 44% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Σήμερα (Παρασκευή) ήταν μια από τις χειρότερες ημέρες. Στη Λέσβο έφτασαν έξι βάρκες με 250 ανθρώπους.
Δεν είναι όμως μόνον οι αριθμοί. Είναι και η γεωγραφική διασπορά. Τα δίκτυα των διακινητών επιδιώκουν διάχυση των ροών σε περισσότερα νησιά του Αιγαίου. Διευρύνεται έτσι το γεωγραφικό πεδίο των ενεργειών αντιμετώπισης.
Τους τελευταίους μήνες έχει δημιουργηθεί ένας νέος «διάδρομος» μεταξύ Αλεξανδρούπολης και Σαμοθράκης. Πρόσθετος λόγος προβληματισμού, η γεωπολιτική υπερθέρμανση της ευρύτερης περιοχής που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα αύξηση ροών.
Τελευταία ακούγονται απειλητικές δηλώσεις προς την Ευρώπη από τον πρόεδρο Ερντογάν και άλλους υψηλόβαθμους Τούρκους για το μεταναστευτικό.
Δεν χρειάζεται υπερδραματοποίηση αυτών των δηλώσεων. Παρόμοιες έχουν γίνει και στο παρελθόν. Δεν μπορούν όμως να αγνοηθούν. Η ένταση του ύφους και του περιεχομένου τους, και κυρίως, η συχνότητά τους σε μια χρονική στιγμή όπου οι σχέσεις της Άγκυρας με τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον είναι δύσκολες, εύλογα προκαλούν πρόσθετο προβληματισμό.
Η συνεργασία με την Τουρκία, η οποία έχει πράγματι σηκώσει μεγάλο βάρος της προσφυγικής κρίσης, έχει ιδιαίτερη σημασία και για τις δύο χώρες. Γι᾽ αυτό και από τις πρώτες επαφές που έκανα αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου ήταν με τον Τούρκο Πρέσβη στην Αθήνα, τον οποίο γνωρίζω άλλωστε από την εποχή που ήμασταν και οι δύο εκπρόσωποι τύπου των υπουργείων Εξωτερικών των χωρών μας. Του μετέφερα τη βούληση για εποικοδομητική συνεργασία στο πλαίσιο της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας, για το προσφυγικό – μεταναστευτικό. Μιας συνεργασίας αποσυνδεδεμένης από τις υπαρκτές δυσκολίες στο πλαίσιο των διμερών σχέσεών μας.
-Πού βρίσκεται η εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας για την επανεισδοχή παράνομων μεταναστών;
Αναμφίβολα η Δήλωση αυτή έχει λειτουργήσει εκτονωτικά. Όμως μπορεί και πρέπει να αποδώσει πολύ περισσότερο. Δυστυχώς, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε χαμηλή απόδοση στο θέμα των επιστροφών και, αντίστοιχα, η Τουρκία δεν επιτυγχάνει την απαραίτητη εκρίζωση των δικτύων των διακινητών και είναι ελλειμματική στην αυστηρή επιτήρηση των ακτών της. Ένα ακόμα ζήτημα που θα πρέπει να δούμε είναι η άρνηση της Τουρκίας να δέχεται επιστροφές από την ελληνική ενδοχώρα, ατόμων που έχουν εισέλθει στην Ελλάδα από τα νησιά, κάτι στο οποίο δυστυχώς συνέβαλλε με την αδικαιολόγητα παθητική στάση της η προηγούμενη Κυβέρνηση.
Αυτά μπορούν να βελτιωθούν με πολύ δουλειά, αμοιβαία κατανόηση και καλή θέληση. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προσφυγικού μεταναστευτικού είναι προς το συμφέρον και της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Η επιτυχημένη εφαρμογή της Δήλωσης του 2016 είναι πρόκληση και στοίχημα και για την ίδια την Ευρώπη, αφού τη συμφώνησαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των Μελών της.
Αυτά τόνισα και στον σύμβουλο για την Εξωτερική Πολιτική της Καγκελαρίου Μέρκελ, τον κ. Χέκερ, που συνάντησα πρόσφατα, εν όψει και του ταξιδιού του Πρωθυπουργού στο Βερολίνο, όπου το μεταναστευτικό θα είναι ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης.
-Η συνεργασία με την ΕΕ και οι προθέσεις της νέας προέδρου της Επιτροπής;
Η συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι κομβική για την καλύτερη αντιμετώπιση του προσφυγικού. Σε αυτό βοήθησε όλα αυτά τα χρόνια, η δράση των αρμοδίων Επιτρόπων Δημήτρη Αβραμόπουλου και Χρήστου Στυλιανίδη.
Τώρα, όμως, έχουμε μπροστά μας μια νέα Επιτροπή. Δεν γνωρίζουμε τα πρόσωπα που θα αναλάβουν αυτά τα κρίσιμα για την Ελλάδα “χαρτοφυλάκια”. Η Ελλάδα, ως χώρα πρώτης γραμμής, ως χώρα-σύνορο της Ένωσης που έχει εξαντλήσει τα όριά της στο ζήτημα αυτό, προσβλέπει και πάλι σε μια αποδοτική συνεργασία, με τη νέα Επιτροπή και τα Κράτη Μέλη.
Είναι θετικό ότι η νέα Πρόεδρος, κα Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει θέσει πολύ ψηλά στις προτεραιότητές της το μεταναστευτικό ζήτημα. Θέλω να ελπίζω ότι αυτό θα συμβάλλει στο να επιτευχθεί σύντομα συμφωνία για το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού «Δουβλίνο 4», στη βάση μιας γνήσιας, ουσιαστικής αλληλεγγύης.
Έως τότε η Ελλάδα προσβλέπει σε μεταβατικούς ευρωπαϊκούς μηχανισμούς αφενός δικαιότερης κατανομής των βαρών, αφετέρου αποτελεσματικότερης πολιτικής επιστροφών προς τρίτες χώρες. Στο τελευταίο αυτό σημείο, των επιστροφών, επεξεργαζόμαστε πρόταση – πρωτοβουλία σε επίπεδο ΕΕ και είμαστε σε επαφή με την Κυπριακή Δημοκρατία και άλλα Μέλη προκειμένου να τη στηρίξουν.
– Σας ανησυχεί ακόμα η κατάσταση στη Συρία;
Τα στοιχεία δείχνουν ότι πλέον ένα μικρό ποσοστό των εισερχομένων στην Ελλάδα προέρχονται από τη Συρία. Η πλειοψηφία προέρχεται από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, αλλά και την υποσαχάρια Αφρικής. Η βελτίωση της κατάστασης στη Συρία θα είναι καταλυτική για να μην υπάρξουν και άλλες ροές, και να επιστρέψουν επιτέλους οι Σύροι πρόσφυγες στην πατρίδα τους. Όμως, τελευταίες πληροφορίες μας επιβάλλουν ιδιαίτερη προσοχή, ειδικά για την περιοχή του Ιντλίμπ, που παρακολουθούμε στενά.
-Ποιο είναι το σκηνικό που παραλάβατε στο υπουργείο και πως προτίθεστε να αντιμετωπίσετε εσείς αυτό το ζήτημα;
Το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής ήταν ένα κατακερματισμένο υπουργείο, χωρίς ενιαία κουλτούρα των υπηρεσιών, διάσπαρτο σε έξι διαφορετικά κτήρια. Με ανεπαρκείς υποδομές, χρονοβόρες διαδικασίες και μια γενικότερη αντίληψη χαλαρής εφαρμογής και υλοποίησης. Υπήρξαν υπεύθυνοι και σοβαροί άνθρωποι, με καλές προθέσεις. Ωστόσο τα χέρια τους ήταν δεμένα από την ιδεοληπτική αντιμετώπιση του ζητήματος από το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Μια αντίληψη που εμφανίζονταν ότι δήθεν προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα ενώ τελικά, όπως απεδείχθη, έφτανε να τα καταπατά με απάνθρωπες συνθήκες όπως στη Μόρια, την Ειδομένη και αλλού. Απέναντι στην ιδεοληπτική χαλαρότητα, αντιτάσσουμε την δημοκρατική αυστηρότητα.
Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ισχυρή προάσπιση του αγαθού της ασφάλειας, είναι θεμελιώδεις αρχές που πρέπει να συνυπάρχουν σε μια συνεκτική μεταναστευτική πολιτική.
-Τα επόμενα βήματά σας στο εσωτερικό «μέτωπο»;
Βασικές προτεραιότητές μας είναι η προστασία των συνόρων, η αυστηρή εποπτεία στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, η αποσυμφόρηση των νησιών, η επιτάχυνση των διαδικασιών εξέτασης ασύλου, προκειμένου να γίνονται πιο αποτελεσματικά, με αυτονόητο σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου. Υπάρχουν σε εκκρεμότητα δεκάδες χιλιάδες αιτήσεων. Έχουν υποβληθεί 30.500 μόνον το πρώτο εξάμηνο του έτους. Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν το 2018 στη Λέσβο και τη Σάμο είναι περισσότερες από εκείνες που υποβλήθηκαν στην Αυστρία και τη Φιλανδία αντίστοιχα.
Όσοι μπαίνουν σήμερα στη χώρα, έχουν προγραμματισμένη πρώτη συνέντευξη σε περίπου δύο χρόνια. Οι ρυθμοί αυτοί δεν μπορεί να συνεχιστούν. Χρειάζονται παρεμβάσεις προκειμένου αυτή η διαδικασία να είναι πιο αποτελεσματική, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της στελέχωσης και των υποδομών. Παράλληλα θα εξεταστεί με προσοχή η διαδικασία αξιολόγησης της ευαλωτότητας, ώστε να μην εκμεταλλεύονται κάποιοι τις αδυναμίες του συστήματος, προφασιζόμενοι προβλήματα που δεν έχουν. Στο μεταναστευτικό/προσφυγικό παραλάβαμε ένα “κλειστό” σύστημα με συνεχείς “εισροές” και ελάχιστες “εκροές”.
Το έργο μας είναι πολύ δύσκολο.
Είμαστε αποφασισμένοι να πετύχουμε.