Άρθρο μου στην εφημερίδα «Καθημερινή»
Δεν έχει περάσει ούτε ένας μήνας από τις εκλογές, και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη ξεθωριάσει. Η διάψευση κάθε υπόσχεσης, κάθε πρότασης, κάθε λέξης που είπε προεκλογικά ο κ. Τσίπρας, είναι παταγώδης. Τα μέτρα που έρχονται προς ψήφιση στη Βουλή δεν έχουν προηγούμενο σκληρότητας στην πενταετία της κρίσης με θύματά τους τα μεσαία κοινωνικά στρώματα και τις παραγωγικές δυνάμεις της εργασίας και του επιχειρείν. Και βέβαια, ο νέος μύθος μιας επερχόμενης «σκληρής» διαπραγμάτευσης για το χρέος, άρχισε ήδη να κατασκευάζεται για να καλύψει, ως προπέτασμα καπνού, τη «μεγάλη υποχώρηση».
Την ίδια ώρα το δήθεν «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς καταρρέει εντός του Υπουργικού Συμβουλίου, με αδήλωτα εκατομμύρια ευρώ και με γκρίζα διαχείριση μετοχών κατασκευαστικών εταιρειών. Η κατάσταση στην Εξωτερική Πολιτική και τα εθνικά θέματα είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Το Υπουργείο Εξωτερικών παραλύει από τη διάχυτη ατμόσφαιρα αναταραχής και αναστάτωσης στη Διπλωματική Υπηρεσία. Η προσφυγική-μεταναστευτική κρίση θα συνεχίζει να δοκιμάζει τα όρια του κράτους και της κοινωνίας μας, ενώ την ίδια ώρα ακούγονται πολύ επικίνδυνες προτάσεις για κοινές Ελληνο-Τουρκικές περιπολίες σε περιοχές του Αιγαίου που σταθερά αμφισβητεί η Τουρκία.
Αυτή είναι η πραγματική κατάσταση της χώρας. Οι προοπτικές βελτίωσής της με τη συγκυβέρνηση μιας ιδεοληπτικής Αριστεράς και μιας καιροσκοπικής υπερδεξιάς, είναι μηδαμινές. Η χώρα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ μια μεγάλη, συνεκτική και σύγχρονη Κεντροδεξιά ως σταθερά του πολιτικού συστήματος και ως δύναμη υπεύθυνης διακυβέρνησης. Αυτήν την κρίσιμη ώρα η Νέα Δημοκρατία έχει πολιτική και θεσμική υποχρέωση, όχι μόνον να ασκήσει αποτελεσματική αντιπολίτευση, αλλά και να αναδειχθεί σε ρεαλιστική και ελπιδοφόρα εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Πορευόμαστε τώρα προς την εκλογή νέου Προέδρου. Ενώ, όμως, η εκλογική διαδικασία θα έπρεπε να βελτιώνει και να ενισχύει την εικόνα του κόμματος, την τραυματίζει σχεδόν καθημερινά. Στη δημόσια συζήτηση όλο και συχνότερα γίνεται λόγος για το ενδεχόμενο, πιθανής διάσπασης. Ο κίνδυνος της αυτοεκπληρούμενης προφητείας ελλοχεύει. Άλλωστε δεν είναι λίγοι εκείνοι – εκτός Νέας Δημοκρατίας – που θα το επιθυμούσαν διακαώς. Αυτό δεν πρέπει να το αφήσουμε να γίνει. Είναι καθήκον μας να κρατήσουμε ενωμένη τη Νέα Δημοκρατία. Γιατί μόνον ενωμένη μπορεί να ανανεωθεί και να ξαναγίνει ισχυρή.
Η ενότητα «κτίζεται» μέσα από ανοικτό δημοκρατικό διάλογο. Χρειαζόμαστε λοιπόν, μαζί και ταυτόχρονα με την εκλογική διαδικασία, έναν ανοικτό, δημοκρατικό διάλογο που θα εκτονώσει εντάσεις, θα δυναμώσει την αίσθηση του «ανήκειν» και, τελικά, θα κρατήσει ενωμένη την Παράταξη. Τα στελέχη μας, όλα τα στελέχη μας, έχουν κατακτήσει με συνεχείς, δύσκολους αγώνες και χρόνια προσφοράς, το δικαίωμα να έχουν λόγο για την πορεία της παράταξής.
Θα είναι λάθος η Νέα Δημοκρατία σε αυτήν την πολύ κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της να βαδίζει ερήμην εκείνων που είναι το πραγματικό στήριγμα, η ψυχή και η δύναμή της. Τέτοιος διάλογος μόνον συντεταγμένα μπορεί να γίνει. Στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, στην Πολιτική Επιτροπή, σε συγκεκριμένες θεματικές εθνικές διασκέψεις. Ο διάλογος αυτός θα είναι βήμα των υποψηφίων Προέδρων για θέσεις και απαντήσεις στα μεγάλα κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά αλλά και παραταξιακά θέματα. Ο διάλογος αυτός δεν αναστέλλει, δεν εμποδίζει , δεν δυναμιτίζει την εκλογική διαδικασία. Την εμπλουτίζει και την βελτιώνει. Ενισχύει τη νομιμοποίηση και την αποδοχή της από τη βάση της Νέας Δημοκρατίας αλλά και, ευρύτερα, από την κοινωνία.
Πιστεύω ότι αυτή είναι μια αναγκαία και γενναία απόφαση που οφείλουμε να λάβουμε όλοι, υποψήφιοι Πρόεδροι, βουλευτές και στελέχη. Πιστεύω επίσης, ότι μια τέτοια απόφαση υπέρ του διάλογου δεν θα οδηγούσε κατ΄ ανάγκην σε χρονική παράταση της εκλογικής διαδικασίας. Μόνον κερδισμένη μπορεί να βγει η Νέα Δημοκρατία από έναν τέτοιο ευρύ, δημοκρατικό και ουσιαστικό διάλογο. Άλλωστε η εμπιστοσύνη στη Δημοκρατία και τους κανόνες της είναι ο θεμέλιος λίθος της ιδεολογίας μας, των ιδρυτικών αρχών και αξιών που μας άφησε ως παρακαταθήκη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Έχ
ουμε όλοι καθήκον να δουλέψουμε χωρίς παρωχημένους εγωισμούς για μια ενωμένη, ανανεωμένη, σύγχρονη και ισχυρή Νέα Δημοκρατία. Όπως την θέλουν οι νεοδημοκράτες και τη χρειάζεται η πατρίδα.