Συνέντευξη Γ. Κουμουτσάκου στην εφημερίδα “FREE SUNDAY” και στην Αγγελική Σπανού
Μειοψηφικές και ετερόκλητες είναι οι δυνάμεις που επιδιώκουν την ελληνική έξοδο από την Ευρωζώνη, κατά την άποψη του ευρωβουλευτή της ΝΔ Γιώργου Κουμουτσάκου. Πιστεύει ότι για να αποκατασταθεί η ελληνική αξιοπιστία ζητούμενο είναι ένα σχέδιο ολικής εθνικής επαναφοράς, σημειώνοντας ότι «οι σύμμαχοι κερδίζονται, δεν χαρίζονται».
-Για ποιο λόγο ευρωπαϊκές δυνάμεις, οικονομικές και πολιτικές, επιδιώκουν την ελληνική έξοδο από την Ευρωζώνη;
Τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν εντός και εκτός Ευρώπης, όπως, δυστυχώς, και εντός Ελλάδος, μην το ξεχνάμε αυτό. Όμως ούτε πλειοψηφικές είναι, ούτε συγκροτούν κάποια «συμμαχία». Επιδιώκουν την εξώθηση της Ελλάδας από το ευρώ για διαφορετικούς λόγους και με διαφορετικές –συχνά αλληλοσυγκρουόμενες– επιδιώξεις. Κάποιοι γιατί εμφορούνται από την προτεσταντική λογική του παραδειγματισμού διά της τιμωρίας. Άλλοι γιατί πιστεύουν ότι με τη θυσία της Ελλάδας, ως Ιφιγένειας, θα διασωθεί η Ευρωζώνη, και άλλοι γιατί επιδιώκουν το ακριβώς αντίθετο: τη διάλυση της Ευρωζώνης, για την οποία μάλιστα στοιχηματίζουν ιλιγγιώδη ποσά. Κάποιοι άλλοι γιατί νομίζουν ότι έτσι θα διασφαλίσουν την πολιτική τους επιβίωση. Το ότι οι δυνάμεις αυτές είναι μειοψηφικές και ετερόκλητες δεν τις κάνει και λιγότερο επικίνδυνες. Μόνο η δική μας σοβαρότητα και αποφασιστική, αμετάκλητη μεταρρυθμιστική πορεία μπορούν να τις εξουδετερώσουν.
-Είναι αναστρέψιμη και με ποιο τρόπο η κατάρρευση της διεθνούς εικόνας της χώρας;
Όταν σε μια οικονομία του μεγέθους της ελληνικής, και σε στιγμές που απαιτούν συλλογική εθνική προσπάθεια, έχουμε ακόμα φοροδιαφυγή ύψους 28 δισ. ευρώ, αντιλαμβάνεστε ότι δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε σύντομη ή εύκολη αποκατάσταση της διεθνούς εικόνας της χώρας. Αλίμονο όμως εάν πιστέψουμε ότι η κατάσταση αυτή είναι μη αναστρέψιμη. Αλίμονο εάν «εθιστούμε» στην κακή μας εικόνα, καταφεύγοντας μάλιστα στη βολική αντίδραση να κατηγορούμε πάλι τους «άλλους», τους «ξένους», γι’ αυτήν. Επομένως, ναι, πιστεύω ότι μπορούμε να αποκαταστήσουμε τη διεθνή μας εικόνα. Δεν τρέφω όμως και καμία ψευδαίσθηση για το μέγεθος, την ένταση και τη διάρκεια της προσπάθειας που αυτό απαιτεί.
Η διεθνής εικόνα μας θα αρχίσει να βελτιώνεται από τη στιγμή που συνειδητά και αμετάκλητα θα ξεκινήσουμε μια πορεία ολικής εθνικής επαναφοράς. Βεβαίως, προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να παραμείνουμε στο ευρώ, να μη χρεοκοπήσουμε. Ταυτόχρονα, επείγει η διαμόρφωση και συντονισμένη εφαρμογή μιας εθνικής στρατηγικής δημόσιας διπλωματίας, στην οποία θα στοιχηθούν όλα τα υπουργεία και οι φορείς που σχετίζονται με την προβολή της χώρας στο εξωτερικό.
-Ποιοι είναι οι σύμμαχοί μας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης; Υπάρχει η αίσθηση ότι ούτε οι Νότιοι δεν θα μας θέλουν σε κοινό μέτωπο.
Δυστυχώς, ζούμε ακόμα τις συνέπειες του αυτοδιασυρμού και της αναποτελεσματικότητας των προηγούμενων ετών. Ποιος θα ήθελε να συμμαχήσει με κάποιον που αυτοχαρακτηρίζεται «τεμπέλης» και «διεφθαρμένος»; Γιατί να συνδέσει κάποιος το δικό του πρόβλημα με τα προβλήματα μιας οικονομίας σε πορεία «Τιτανικού»; Γιατί να μπει στο ίδιο κάδρο με κάποιον που δεν μπορεί ή δεν θέλει να εφαρμόσει απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και τη δημόσια διοίκηση; Με κάποιον που για τρία χρόνια δεν τολμάει να προχωρήσει σε μία, έστω μία, αποκρατικοποίηση; Έτσι, ακόμα και μεταξύ των φιλικότερων από τους εταίρους και εν δυνάμει συμμάχους μας, δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι η «ελληνική περίπτωση» είναι μοναδική, αλλά και επικίνδυνα «μεταδοτική». Το εκμεταλλεύτηκαν αυτό διάφοροι άσπονδοι φίλοι.
Η χώρα οδηγήθηκε σε ένα είδος «ευρωπαϊκής καραντίνας» από την οποία τώρα προσπαθεί να βγει. Δεν θα είναι ούτε απλό ούτε εύκολο. Οι σύμμαχοι κερδίζονται, δεν χαρίζονται.
Η πορεία αποφασιστικότητας που έχει χαράξει ο πρωθυπουργός με κάνει να πιστεύω ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν. Ότι, επιτέλους, οι θυσίες των Ελλήνων θα αναγνωριστούν. Ότι η Ελλάδα θα ανακτήσει φίλους, θα ξαναβρεί συμμάχους και θα κλείσει οριστικά το εφιαλτικό σενάριο της εξόδου από το ευρώ. Ότι θα διασφαλιστεί μια ανάσα για σταδιακή ανάταξη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Ήδη κάτι φαίνεται να αλλάζει προς το καλύτερο.
-Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος διάσπασης της Ευρωζώνης;
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, γι’ αυτό και πιστεύω ότι τελικά θα αποφευχθεί. Ακούγεται αντιφατικό, αλλά δεν είναι. Το τεράστιο οικονομικό και πολιτικό κόστος, οι απρόβλεπτες συνέπειες μιας διάσπασης της Ευρωζώνης, είναι ο ισχυρότερος λόγος και παράγοντας αποτροπής της. Θα ήταν αποτυχία πρώτου μεγέθους και τραγική ειρωνεία εάν, 20 χρόνια μετά, το ενιαίο νόμισμα κατέληγε να φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα τα οποία επιδίωκε η δημιουργία του. Εάν έφερνε τη διάσπαση αντί την ενίσχυση της Ευρώπης. Ουδείς θα ήθελε, ούτε και θα άντεχε, να επωμιστεί μια τέτοια, ιστορικών διαστάσεων, παταγώδη αποτυχία. Γι’ αυτό πιστεύω ότι τελικά θα επικρατήσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Ότι η Ευρωζώνη δεν θα διασπαστεί. Ότι το αρχικό «κατασκευαστικό λάθος» –ενιαίο νόμισμα χωρίς ενιαία οικονομική πολιτική– θα διορθωθεί.
-Ποια είναι η στρατηγική του Βερολίνου; Θέλουν πραγματικά τη διάσωση του κοινού νομίσματος;
Η Γερμανία θέλει μια άλλη Ευρωζώνη, όχι μια διασπασμένη Ευρωζώνη. Θέλει μια «σφιχτή» οικονομική διακυβέρνηση «ενάρετων» και ανταγωνιστικών οικονομιών, που δεν θα παράγουν ελλείμματα και δεν θα χρειάζονται μονίμως δανεικά. Για να το πετύχει, το Βερολίνο δεν έχει διστάσει να παίξει κυριολεκτικά με τη φωτιά, καθυστερώντας τη λήψη αποφάσεων, εμμένοντας στη σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία, σπρώχνοντας σε ύφεση την ευρωπαϊκή οικονομία. Πιστεύω ότι η πολιτική αυτή έχει φτάσει στα όριά της. Εκτιμώ μάλιστα ότι όταν –έως το συμβούλιο κορυφής του Δεκεμβρίου– υιοθετηθούν πρόσθετες αλλαγές στους κανόνες και στον τρόπο λειτουργίας της Ευρωζώνης, το Βερολίνο θα χαλαρώσει τη μονολιθική πολιτική του και θα κινηθεί σε περισσότερο αναπτυξιακή τροχιά. Γι’ αυτό η Ελλάδα πρέπει να αντέξει. Πρέπει να μείνει πάνω στο τρένο.
-Υπάρχει λύση στο ελληνικό πρόβλημα χωρίς μια νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με συμμετοχή της ΕΚΤ;
Γίνεται μια μεγάλη, εργώδης και αποφασιστική προσπάθεια να ανακτηθεί η αξιοπιστία της χώρας, να επιτευχθούν οικονομικοί στόχοι, να αλλάξει η ατμόσφαιρα, να βελτιωθεί η ψυχολογία, να αρχίσει να κινείται η οικονομία. Εάν αυτό συνδυαστεί και με θετικότερες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουμε λόγους να περιμένουμε ότι κάτι ουσιαστικό μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο. Ας μη συζητάμε λοιπόν αυτή τη στιγμή για νέα αναδιάρθρωση.
-Δεν είναι υπερβολική η πίεση που ασκείται στην ελληνική πλευρά προκειμένου να εκταμιευτεί η επόμενη δόση;
Ναι, είναι. Ακόμα πιο αντιπαραγωγική και καταδικαστέα είναι όμως η πρακτική των διάφορων δημόσιων δηλώσεων και παρεμβάσεων που συντηρούν την άχαρη και διαβρωτική συζήτηση περί πιθανής εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Υπονομεύουν τις προσπάθειες της χώρας και τις θυσίες ενός ολόκληρου λαού. Είναι απαράδεκτο. Ελπίζω ότι μετά τις διεθνείς συναντήσεις του κ. πρωθυπουργού θα σιωπήσουν επιτέλους αυτές οι υπονομευτικές φωνές, που κάνουν κακό όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην ευρωπαϊκή προσπάθεια εξόδου από την κρίση.
-Σε μια χώρα βυθισμένη στην ύφεση για πέμπτη συνεχή χρονιά και με τόσο υψηλή ανεργία, είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται ως πανάκεια από τους εταίρους η λήψη μέτρων 11,7 δισ. ευρώ για το 2013-2014;
Είμαστε για τρίτο χρόνο εκτός αγορών. Μόνη πηγή χρηματοδότησης της οικονομίας μας είναι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, η Ευρώπη, οι εταίροι μας. Το επόμενο τμήμα της οικονομικής βοήθειας των 31 δισ. ευρώ είναι κυριολεκτικά ζωτικής σημασίας. Η χρονική επιμήκυνση του προγράμματος προσαρμογής είναι η πρόσθετη ανάσα που επίσης έχουμε απόλυτη ανάγκη. Δυστυχώς, όλα αυτά έχουν άρρηκτα συνδεθεί με την ανελαστική προϋπόθεση της λήψης των μέτρων των 11,7 δισ. ευρώ. Προφανώς τα μέτρα αυτά δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως πανάκεια. Όμως το να ξορκίζουμε τη σκληρή πραγματικότητα δεν έχει νόημα. Μπορεί να είναι εκτονωτικό, δεν είναι όμως παραγωγικό.
Η χώρα κάνει την ύστατη προσπάθεια. Τώρα κρίνεται εάν θα μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση ή εάν θα διολισθήσουμε σε γενικευμένη βαθιά ανέχεια, σε κοινωνική και πολιτική ένταση και, οριστικά πλέον, στο ευρωπαϊκό περιθώριο. Είμαστε στα τελευταία χιλιόμετρα ενός μαραθωνίου. Και πάντα, όπως ξέρετε, αυτά τα τελευταία χιλιόμετρα, τα τελευταία μέτρα, είναι τα πιο δύσκολα, τα πιο επίπονα. Είναι όμως αυτά που οδηγούν στη δικαίωση της προσπάθειας.