Συνέντευξη ευρωβουλευτή ΝΔ Γ. Κουμουτσάκου στην εφημ. “Ελευθεροτυπία” και στην Κύρα Αδάμ
Οι Ευρωπαίοι εταίροι πρέπει να πειστούν ότι τα ανοιχτά θέματα καλής γειτονίας μεταξύ υποψηφίων και κρατών-μελών επηρεάζουν σοβαρά την ενταξιακή πορεία των υποψηφίων, υποστηρίζει ο ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γ. Κουμουτσάκος.
Και επισημαίνει ειδικότερα ότι για να προχωρήσει ο ελληνοτουρκικός διάλογος η Αγκυρα πρέπει «να αποστρατιωτικοποιήσει» τη συμπεριφορά της απέναντι στην Ελλάδα, ενώ επιμένει ότι η εθνική κόκκινη γραμμή στο Σκοπιανό είναι ενιαία και αδιάσπαστη και δεν τεμαχίζεται.
Εγείρει ακόμα επιτακτικά την ανάγκη διαμόρφωσης λειτουργικής «Λευκής Βίβλου» εθνικής στρατηγικής ως εργαλείο διαμόρφωσης και άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
-Υπάρχει μια έντονη κινητικότητα της κυβέρνησης στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής (ελληνοτουρκικά Σκοπιανό), απέναντι στην οποία έχετε ήδη εκφραστεί με επιφύλαξη. Γιατί;
«Πράγματι, εν όψει του επικείμενου, κρίσιμου για καίρια θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής, Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υπάρχει κινητικότητα αλλά -δυστυχώς- άτονη ενημέρωση από την κυβέρνηση. Πληροφορούμεθα σημαντικές κινήσεις, όπως αυτή της τρισέλιδης επιστολής Ερντογάν προς τον κ. πρωθυπουργό και της διμερούς συνάντησης με τον κ. Γκρούεφσκι στις Πρέσπες, από τον τουρκικό και τον σκοπιανό Τύπο.
Όταν σε κρίσιμες στιγμές απαιτείται εθνική συναίνεση, η ελλιπής ενημέρωση είναι μεγάλο λάθος. Ο βαθμός συναίνεσης είναι ευθέως ανάλογος με το βαθμό ενημέρωσης των πολιτικών δυνάμεων, της Βουλής, της κοινής γνώμης. Και εδώ υπάρχει σοβαρό έλλειμμα ενημέρωσης. Αυτό δεν ταιριάζει με τη διακηρυσσόμενη “ανοικτή διακυβέρνηση και τη διαφάνεια”».
–Υπονοείτε ότι τώρα ασκείται μυστική διπλωματία;
«Αν και υπάρχουν τέτοια χαρακτηριστικά, δεν θα ήθελα ακόμα σε αυτό το στάδιο να μιλήσω για “μυστική διπλωματία”. Αυτό θα κριθεί από τα αποτελέσματα της “κινητικότητας”. Π.χ. αν ξαφνικά ξεκινήσει χωρίς βασικές προϋποθέσεις ένας ελληνοτουρκικός διάλογος αγνώστου περιεχομένου, ή εάν ξαφνικά έχουμε “τεμαχισμένες” μεταβατικές προ-συμφωνίες στο ζήτημα της ονομασίας».
–Ας τα πάρουμε ένα ένα.
«Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Η Ελλάδα πάντα στήριξε τη διαδικασία των συζητήσεων και του διαλόγου. Όμως, πώς θα μπορούσε οποιοσδήποτε Έλληνας διπλωμάτης ή διαπραγματευτής να συζητάει σοβαρά με την τουρκική πλευρά για θέματα υφαλοκρηπίδας και την ίδια στιγμή να πληροφορείται ότι πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά πέρασαν σε χαμηλή πτήση στρατιωτικά τουρκικά αεροπλάνα;
Πώς να συζητήσεις σοβαρά και σε τι κλίμα, όταν η άλλη πλευρά μαζί με τα έγγραφα, ακουμπάει στο τραπέζι και το “περίστροφό” της; Κάθε προσπάθεια βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα είναι θνησιγενής όσο η Άγκυρα δεν “αποστρατιωτικοποιεί” τη συμπεριφορά της έναντι της Ελλάδας. Απαιτείται κλίμα εμπιστοσύνης που, με ευθύνη της Τουρκίας, δεν έχει ακόμα επιτευχθεί.
Συζητήσεις και υπερπτήσεις δεν πάνε μαζί. Να σταματήσουν οι υπερπτήσεις για να ξεκινήσουν οι συζητήσεις».
–Θεωρείτε ότι και στο θέμα των Σκοπίων η κυβέρνηση ασκεί «μυστική διπλωματία»; Μήπως είναι πολύ βαριά η σκέψη, ακόμα και ως υπόνοια;
«Εχει διαμορφωθεί μια εθνική κόκκινη γραμμή: σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό έναντι όλων. Είναι μια ενιαία και αδιάσπαστη θέση. Δεν τεμαχίζεται με λογικές “ας τα βρείτε τώρα για το όνομα και την εφαρμογή τη βλέπουμε μετά”. Χρειάζεται λύση ενιαία και με τη σφραγίδα απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει χρόνος για κάτι τέτοιο μέχρι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου. Αυτό θα πρέπει να καθορίσει και την ελληνική στάση στις Βρυξέλλες. Οπως και στο Βουκουρέστι, θα πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας ότι τα ανοιχτά θέματα καλής γειτονίας μεταξύ υποψηφίων και κρατών-μελών επηρεάζουν σοβαρά την ενταξιακή πορεία των υποψηφίων.
Εάν ο κ. Γκρούεφσκι πάρει τώρα, χωρίς καθαρή λύση, την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, δεν θα έχει κίνητρο, ούτε θα αισθάνεται πίεση, ώστε να φθάσουμε στην κοινά αποδεκτή λύση. Άλλωστε ο ίδιος έχει σπεύσει να θέσει ακόμα ένα εμπόδιο. Δηλαδή να εξαρτήσει την τελική αποδοχή της συναινετικής λύσης από δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ».
–Η κυβέρνηση επιμένει στην πρωτοβουλία της για την ένταξη των Δ. Βαλκανίων στους ευρωατλαντικούς θεσμούς το 2014. Δεν νομίζω ότι έχετε αντίρρηση σ’ αυτό…
«Το 2014 το κατανοώ ως επικοινωνιακό όχημα προώθησης μιας πολιτικής. Την πολιτική του ουσία όμως δεν μπορώ ακόμα να την εντοπίσω. Τι λέμε δηλαδή; Οτι το 2014 θα μπούνε μαζί ως πακέτο όλες οι χώρες των Δ. Βαλκανίων; Δηλαδή η Αλβανία ή η Σερβία θα περιμένουν τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη; Ή η ενταξιακή πορεία της Βοσνίας θα τρέξει τόσο γρήγορα που θα προλάβει λόγου χάρη την ΠΓΔΜ που είναι ήδη υποψήφια.
Ποια θα είναι η αντίδραση της Τουρκίας, η ένταξη της οποίας αντιμετωπίζει τα γνωστά προβλήματα, εάν το 2014 δει να την προσπερνούν στην ενταξιακή πορεία η Αλβανία ή το Μαυροβούνιο; Μπλεγμένα πράγματα μου φαίνονται αυτά και η κυβέρνηση δεν τα έχει ακόμα ξεκαθαρίσει».
–Τι προβλέπετε να γίνει με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας τον Δεκέμβριο;
«Αυτό εκ των πραγμάτων θα εξαρτηθεί και από την πορεία των συνομιλιών στη Λευκωσία. Ταυτόχρονα, όμως, είναι σοβαρό θέμα αρχής και αξιοπιστίας για την Ελλάδα, την Κύπρο και για την ίδια την Ευρώπη, όταν μια υποψήφια χώρα, όπως η Τουρκία, δεν ανταποκρίνεται σε δεσμεύσεις της να υπάρχουν επιπτώσεις. Είναι αυτό που σας έλεγα ότι η θετική μας πολιτική για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν μπορεί να δίνει αίσθηση ή εντύπωση “λευκής επιταγής”.
Το “πλήρης προσαρμογή – πλήρης ένταξη” πρέπει να ακολουθείται και στα δύο συστατικά του στοιχεία. Τώρα είμαστε στο στάδιο της πλήρους προσαρμογής».
–Εν ολίγοις, χρονίζει ο ανοιχτός κατάλογος των εθνικών θεμάτων στην Ε.Ε. τη στιγμή μάλιστα που η χώρα αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της…
«Είμαστε σταθεροί και πεπεισμένοι Ευρωπαίοι εταίροι και σύμμαχοι. Το έχουμε αποδείξει. Αλλά οι χώρες και οι λαοί εξελίσσονται. Δεν μετακομίζουν. Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Λουξεμβούργο ούτε Ολλανδία ούτε Δανία. Δυστυχώς, είμαστε το μόνο κράτος-μέλος, πέραν της Κύπρου που αντιμετωπίζει υπαρκτό ζήτημα εθνικής ασφάλειας, λόγω της συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Αιγαίο, με τις “γκρίζες ζώνες”, τις υπερπτήσεις, το “casus belli”. Εμείς έχουμε το “Κυπριακό”, δεν το έχει το Βέλγιο. Εμείς έχουμε το “Σκοπιανό” και μια δύσκολη γειτονιά, όχι η Σουηδία.
Είναι σφάλμα να βαφτίζουμε “σύνδρομο” τη σκληρή πραγματικότητα. Για να αλλάξει αυτή η ανεπιθύμητη και επικίνδυνη κατάσταση και για να περάσουμε σ’ ένα καλύτερο μέλλον σταθερότητας, ειρήνης και συνεργασίας στην περιοχή, η Ελλάδα υποστηρίζει με επιμονή και ειλικρίνεια την ευρωπαϊκή προοπτική και -τελικά- την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όλων των γειτόνων μας. Αυτή η πολιτική είναι ειλικρινής, είναι συνεχής, από το 1999».
–Με την προηγούμενη πείρα σας ως εκπροσώπου του ΥΠΕΞ θεωρείτε ότι αυτή τη στιγμή επαρκούν «τα εργαλεία» για τη διαμόρφωση και άσκηση της εξωτερικής πολιτικής μας;
«Εχει έρθει επιτακτικά η ώρα να διαμορφώσουμε επιτέλους στην Ελλάδα μια συνολική και συνεκτική εθνική στρατηγική για τη διεθνή θέση και πορεία της χώρας. Ενιαία στρατηγική που θα λαμβάνει υπόψη όλους τους παράγοντες ισχύος που διαθέτουμε. Ολες τις προκλήσεις και απειλές που αντιμετωπίζουμε. Ολες τις ευκαιρίες που μπορούμε να αξιοποιήσουμε.
Χρειάζεται λοιπόν επιτακτικά να διαμορφώσουμε -με ευθύνη και συντονισμό του υπουργείου Εξωτερικών και συμμετοχή και άλλων υπουργείων και υπηρεσιών- μια “Λευκή Βίβλο” για την εξωτερική πολιτική της χώρας. Μια εθνική στρατηγική που θα εγκρίνεται και από τη Βουλή και θα μπορεί να ανανεώνεται π.χ. ανά πενταετία.
Επίσης το ΚΥΣΕΑ θα πρέπει να έχει κομβικό ρόλο. Να μην αποφασίζει πλέον μόνο για προαγωγές και αποστρατείες στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ή για την προμήθεια εξοπλισμών. Πρέπει να γίνει ένα πραγματικά επιτελικό όργανο χάραξης στρατηγικής, με την υποστήριξη μιας γραμματείας από πολύ ικανούς ανθρώπους, διπλωμάτες, στρατιωτικούς, επιστήμονες, κ.λπ., επιλεγμένους με απολύτως αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια, χωρίς αγκυλώσεις πολιτικής τοποθέτησης».