Άρθρο στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”
Το εκλογικό σύστημα είναι ανάγκη να διασφαλίζει δύο στόχους. Αναλογικότητα και κυβερνησιμότητα. Ο δεύτερος στόχος γίνεται ακόμα πιο επιτακτικός σε περιόδους κρίσης. Όταν δηλαδή πρέπει να λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις σε πιεστικό χρόνο. Όταν η χώρα, η οικονομία, η κοινωνία, δεν έχουν καιρό για χάσιμο. Όταν προπάντων το έλλειμμα κυβερνησιμότητας, η διαρκής αστάθεια και αβεβαιότητα, μπορούν να έχουν ολέθριες συνέπειες, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές, εθνικές.
Το εκλογικό σύστημα που προτείνει η κυβέρνηση σπρώχνει τη χώρα σε αυτά ακριβώς τα εφιαλτικά ενδεχόμενα.
Ακόμη και ο υπουργός Εσωτερικών, στα μέσα Μαΐου, δήλωνε ρητά πως «αν καθιερώσουμε την απλή αναλογική, η χώρα δεν θα κυβερνηθεί ποτέ». Απέκλειε, δηλαδή, σαν εφιάλτη, την καθιέρωση απλής αναλογικής και ανακοίνωνε πως θα προτείνει νέο νόμο, που θα μειώνει μεν, αλλά θα διατηρεί το «μπόνους» των επιπλέον εδρών στο πρώτο κόμμα. Επαναλάμβανε, μάλιστα, πως θα προχωρήσει ταυτόχρονα στη διάσπαση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών, έτσι ώστε κάθε μια να αναδεικνύει το πολύ δέκα βουλευτές. Ενάμισι μήνα μετά, ο ίδιος υπουργός καταθέτει για δημόσιο διάλογο ένα εκλογικό νομοσχέδιο που περιέχει τα ακριβώς αντίθετα.
Γεννώνται, έτσι, αμείλικτα ερωτήματα, στα οποία οφείλουμε – όλες οι πολιτικές δυνάμεις- να απαντήσουμε. Να πάρουμε θέση με βάση τα πραγματικά συμφέροντα του τόπου και του λαού.
Γιατί το νομοσχέδιο δίδεται τώρα στη δημοσιότητα; Γιατί προτείνουν σύστημα, που – όπως οι ίδιοι έλεγαν- δεν θα επιτρέψει ποτέ στον τόπο να κυβερνηθεί; Ποιοι είναι οι στόχοι τους; Τι σχεδιάζουν; Τι πρέπει να κάνουμε;
Πρώτον: Είναι φανερό πως ο Πρωθυπουργός επιλέγει μια στιγμή που συμβαίνουν δραματικά γεγονότα στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία, για να πάει αλλού τη δημόσια συζήτηση. Θέλει να παραπλανήσει. Να μην γίνεται κουβέντα για τις συντάξεις που «δεν θα κόβονταν», αλλά που τελικά κλαδεύονται σύριζα, για τον ΕΝΦΙΑ που θα καταργούσαν, αλλά έρχεται δραματικά μεγαλύτερος, για τα σφαγιαστικά εκκαθαριστικά της εφορίας.
Δεύτερο: Αφού έχει ήδη ποδοπατήσει όλες τις υποσχέσεις του και αφού διαπιστώνει πως δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε τίποτε από όσα έλεγε, επιλέγει -όπως ο ίδιος είπε στον επικεφαλής του ΚΚΕ– να καταφύγει σε «αριστερά» συνθήματα, για να ικανοποιήσει τη «στενή» κομματική του πελατεία. Τελικά, ωστόσο, επειδή τα νούμερα δεν βγαίνουν, φτάνει στο σημείο να ανοίγει διάπλατα την πόρτα σύμπραξης με τη Χρυσή Αυγή, για να υπηρετήσει τα συμφέροντά της. Και αυτό δεν μπορεί να αγνοήσει κανένα δημοκρατικό κόμμα.
Τρίτον: Ο Πρωθυπουργός, βλέποντας την επερχόμενη μη αναστρέψιμη κατάρρευση, καταλαμβάνεται από πανικό. Μεθοδεύει θεσμικές παρεκβάσεις για να βρει τις διακόσιες ψήφους. Ενώ ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε δυο φορές το εκλογικό μπόνους, θέλει να το αφαιρέσει από το νικητή των επόμενων εκλογών.
Όλα αυτά αποδεικνύουν κυνισμό. Αδίστακτο κομματικό καιροσκοπισμό σε βάρος του πραγματικού συμφέροντος της χώρας που πρέπει να κυβερνηθεί και όχι να πολυδιασπαστεί ακυβέρνητη.
Αυτό θα είναι συνειδητό πολιτικό έγκλημα. Δε θα οφείλεται ούτε σε λάθη, ούτε σε αυταπάτες. Όσοι συμπράξουν δεν θα έχουν το άλλοθι της άγνοιας. Το έγκλημα αυτό δεν πρέπει να συμβεί. Οι δημοκρατικές μεταρρυθμιστικές πολιτικές δυνάμεις του τόπου οφείλουμε να το αποτρέψουμε.
Μπορούμε να τα καταφέρουμε, αν αφήσουμε τους εμπνευστές του, μόνους, παρέα με τη Χρυσή Αυγή. Θα είναι μια μεγάλη νίκη ενάντια στον τυχοδιωκτισμό και το λαϊκισμό. Μια νίκη για τη Δημοκρατία και την Ελλάδα.