Στα 42 χρόνια της Μεταπολίτευσης έχουν πραγματοποιηθεί δύο δημοψηφίσματα.
Το πρώτο έγινε το Δεκέμβριο του 1974, από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Είχε ένα ξεκάθαρο, απλό ερώτημα: Βασιλεία ή Δημοκρατία; Παρά την κρισιμότητά του, τις ιδεολογικές και πολιτικές εντάσεις και τις συναισθηματικές φορτίσεις που έφερνε μαζί του, έγινε με ένα τρόπο που, όχι μόνο δεν αναβίωνε, αλλά και τερμάτιζε διχασμούς του παρελθόντος. Έδινε στους πολίτες τη δυνατότητα να τοποθετηθούν υπεύθυνα, καθώς είχαν μπροστά τους, όλη την απαιτούμενη γνώση, όλα τα ιστορικά και πολιτικά δεδομένα, όλο το χρόνο για να σκεφτούν και να αποφασίσουν. Αλλά και τις εγγυήσεις ότι η βούλησή τους θα εκφραζόταν ελεύθερα και θα εφαρμοζόταν άμεσα. Γεγονός που θεμελίωσε την Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και εδραίωσε τη Μεταπολίτευση.
Το δεύτερο δημοψήφισμα έγινε από τον Αλ. Τσίπρα στις 5 Ιουλίου 2015. Προκηρύχθηκε και διενεργήθηκε μέσα σε λίγες μέρες. Με ερώτημα σύνθετο και ομιχλώδες που λειτουργούσε διχαστικά και μετέφερε στους πολίτες το βάρος της εξόδου από ένα αδιέξοδο που η ίδια η κυβέρνηση είχε προκαλέσει. Και βέβαια δεν μπορούσε να απαντηθεί με ασφάλεια, καθώς το‘’όχι’’ – που σκόπιμα προτασσόταν – ανταποκρινόταν μεν στο θυμικό της πλειοψηφίας, αλλά η εφαρμογή του επιφύλασσε δραματικές συνέπειες. Το απέδειξε άλλωστε ο ίδιος ο διοργανωτής του, που έσπευσε να μετατρέψει, σε μια νύχτα, το ‘’όχι’’ σε ‘’ναι’’.
Απέδειξε έτσι ο ίδιος ότι ήταν μια παρωδία δημοψηφίσματος. Έκφραση ακραίου λαϊκισμού. Και απόλυτος ευτελισμός του θεσμού.
Τι διδάσκει λοιπόν η ιστορική εμπειρία;
Τα δημοψηφίσματα μπορεί – όπως έγινε το 1974 – να δίνουν οριστικές λύσεις σε μείζονα ζητήματα, καλά γνωστά στους πολίτες. Μπορεί όμως – όπως έγινε το 2015 – να χρησιμοποιούνται, από Κυβερνήσεις για να μετακυλούν στους πολίτες την ευθύνη επώδυνων αποφάσεων. Να “εργαλειοποιούνται” από εξουσίες για αποπροσανατολισμό και τελικά, χειραγώγηση του λαού. Να λειτουργούν διχαστικά. Να θέτουν ερωτήματα που κρύβουν άλλα σχέδια και άλλους στόχους Να φέρνουν αποτελέσματα που τελικά ακυρώνονται από εκείνους οι οποίοι τα διοργάνωσαν. Και έτσι, όχι μόνο να μην υπηρετούν, αλλά να καταρρακώνουν, να αναιρούν τη Δημοκρατία.
Τα δημοψηφίσματα μπορεί να είναι ευλογία και θωράκιση για τη Δημοκρατία, αλλά και να εκφυλισθούν σε κατάρα και παραμορφωτική αλλοίωσή της.
Για να διασφαλίσουμε το πρώτο και να αποφύγουμε το δεύτερο είναι ανάγκη να διατηρήσουμε την ισορροπία και το μέτρο. Κι αυτό δεν υπάρχει στις προτάσεις που κατέθεσε ο κ. Τσίπρας, καθώς αγνοούν το αναγκαίο μέτρο και ακυρώνουν τη θεσμική ισορροπία. Οδηγούν σ’ένα θεσμικό θερμοκήπιο διαβρωτικού λαϊκισμού, που αλλοιώνει επικίνδυνα την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Γι’ αυτό και – όπως είναι διατυπωμένες -δεν είναι δεκτές.
Γ. Σ. Κουμουτσάκος
Εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ
βουλευτής Β´ Αθηνών