Ψυχραιμία και σοβαρότητα ζητά ο Γιώργος Κουμουτσακος, επισημαίνοντας πως στα εθνικά θέματα υπάρχει έξαρση η οποία, στην καλύτερη περίπτωση θα διαρκέσει και στη χειρότερη θα ενταθεί.
Σύμφωνα με τον τομεάρχη της ΝΔ για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, τα μέτωπα ήταν και παραμένουν πολλά και κρίσιμα, ενώ εκφράζει και την ανησυχία του για το γεγονός ότι στην Ευρώπη αποδυναμώνεται η λογική της αλληλεγγύης και ενισχύεται η λογική των εθνικών ανταγωνισμών.
Η συνέντευξη του Γιώργου Κουμουτσάκου στον Δημήτρη Κοτταρίδη και στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ερ: Τον τελευταίο καιρό τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής απασχολούν με ένταση την επικαιρότητα. Αναθεωρητικές δηλώσεις Ερντογάν, προκλήσεις Ράμα, Κυπριακό. Πέρα από την οικονομία ανοίγει και μέτωπο στα εθνικά μας θέματα;
Απ: Για την Ελλάδα, κ. Κοτταρίδη, το εξωτερικό μέτωπο πάντα υπήρχε. Είναι βέβαια αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια στον δημόσιο διάλογο κυριάρχησε η οικονομία. Λογικό, αφού η πορεία της χώρας συνδέθηκε με την πορεία της οικονομίας και την έξοδό της από την ισοπεδωτική κρίση.
Όμως, κανείς δεν μπορεί να ξεχνά ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει η πολυτέλεια να παραγνωρίζονται ή να υποβαθμίζονται τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Τα μέτωπα ήταν και παραμένουν πολλά και κρίσιμα. Το ζούμε άλλωστε τον τελευταίο καιρό. Προκλήσεις, αβεβαιότητα, επικείμενες πολύ σοβαρές αποφάσεις. Υπάρχει έξαρση, η οποία στην καλλίτερη περίπτωση θα διαρκέσει και στη χειρότερη θα ενταθεί. Για αυτό χρειάζεται από όλους ψυχραιμία και σοβαρότητα και όχι επιπόλαια, ανούσια επικοινωνιακά παιγνίδια. Με την εξωτερική πολιτική δεν παίζεις. Οι επιπτώσεις από λάθη και επιπολαιότητες στην οικονομία, κάποτε διορθώνονται. Στα εθνικά θέματα όχι.
Ερ: Λέτε ότι η έξαρση του τελευταίου καιρού στα εθνικά θέματα θα διαρκέσει και ίσως να ενταθεί. Κάτι αντίστοιχο είπατε και από το βήμα της Βουλής. Ανησυχείτε για κλιμάκωση ή και θερμό επεισόδιο με την Τουρκία;
Απ: Ο Τούρκος Πρόεδρος διακατέχεται, τον τελευταίο καιρό, από δυο συγκρουόμενα συναισθήματα. Αυτό της ισχύος στο εσωτερικό -που φαίνεται σε όλες τις αποφάσεις του μετά την απόπειρα πραξικοπήματος- και αυτό της ανησυχίας για τις εξελίξεις στο υπογάστριο της χώρας του και τις πιθανές ανακατατάξεις στα σύνορα της χώρας του και σε περιοχές των Κούρδων. Ο συνδυασμός αυτός -αλαζονικής δύναμης στο εσωτερικό και φοβίας για τα εξωτερικά- διαμορφώνει προϋποθέσεις μη προβλέψιμης συμπεριφοράς. Την ίδια στιγμή, συσσωρεύονται μια σειρά παράγοντες που δείχνουν ότι η κλιμάκωση μπορεί να ενταθεί.
Πρώτον το γεγονός ότι κυβέρνηση και αντιπολίτευση στην Άγκυρα έχουν ξεκινήσει ένα δημόσιο διαγκωνισμό δηλώσεων διεκδικητικής και αναθεωρητικής στρατηγικής σε βάρος της χώρας μας.
Δεύτερον το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος βρίσκεται σε κώμα και δεν πρόκειται να βγει εύκολα από την εντατική. Έτσι η επιρροή της Ευρώπης στην Άγκυρα μειώνεται.
Τρίτον, τα όσα συμβαίνουν στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, από τις οποίες εκδιώχθηκαν έμπειρα στελέχη και προωθούνται νεότεροι, ενώ ταυτόχρονα ξεκινούν μεγάλες προμήθειες οπλικών συστημάτων και μια φρενήρης αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Και τέταρτο, το γεγονός ότι, για το επόμενο διάστημα, οι ΗΠΑ βρίσκονται σε φάση μετάβασης της προεδρίας που εξασθενεί τις δυνατότητές τους για αποτρεπτικές παρεμβάσεις.
ΕΡ: Δεν συμμερίζεστε την άποψη ότι όλες αυτές οι δηλώσεις εντάσσονται σε πολιτικές εσωτερικής κατανάλωσης;
Απ: Πράγματι, ο κ. Ερντογάν -στην προσπάθειά του να αποκτήσει πρόσθετες εξουσίες ως Πρόεδρος- έχει ανάγκη τους εθνικιστές και προσπαθεί να ανταποκρίνεται στις θέσεις τους για να εξασφαλίζει τη στήριξή τους. Γεγονός επίσης, είναι ότι θέλει -και κάνει ό,τι μπορεί- για να αποδυναμώσει την κεμαλική κληρονομιά. Είναι λοιπόν αλήθεια ότι οι τελευταίες προβληματικές δηλώσεις έτσι ξεκίνησαν. Με επίθεση Ερντογάν στον Κεμάλ Ατατούρκ για τη Συνθήκη της Λοζάννης και αντεπίθεση των Κεμαλιστών με τον ισχυρισμό ότι ο Ερντογάν άφησε δήθεν 16 νησιά στην Ελλάδα. Αυτό, όμως, όχι μόνο δεν μπορεί να μας καθησυχάζει, αλλά είναι αρκετό για να μας ανησυχεί. Άλλωστε, για πρώτη φορά μετά το 1996 τουρκική κυβέρνηση και αντιπολίτευση συμφωνούν στους ισχυρισμούς για δήθεν «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και η μια πλευρά προσπαθεί να υπερκεράσει την άλλη. Είναι ένα ανησυχητικό στοιχείο. Αφενός παράγει συνεχή κλιμάκωση και αφετέρου προδιαθέτει την τουρκική κοινή γνώμη στην κατεύθυνση της έντασης.
Ερ:
Μετά από όλα αυτά είναι δυνατόν να περιμένουμε ότι η Τουρκία θα συμβάλει στη λύση του Κυπριακού;
Απ: Υπάρχουν λόγοι, όπως η δυναμική που δημιουργούν τα σχέδια αξιοποίησης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου, που πιέζουν την Τουρκία σε μια τέτοια κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε χρέος να στηρίζουμε τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκο Αναστασιάδη -και αυτό κάνουμε- στην προσπάθεια που καταβάλλει για λύση του προβλήματος. Έτσι ώστε να επανενωθεί η Κύπρος και να πορευτεί με ασφάλεια στο πλαίσιο της Ε.Ε., χωρίς την απαράδεκτη σημερινή κατάσταση των κατοχικών στρατευμάτων και των παρωχημένων εγγυήσεων και επεμβατικών δικαιωμάτων. Γι΄ αυτό ακριβώς η λύση πρέπει να είναι σύμφωνη με το κοινοτικό κεκτημένο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Και βέβαια να είναι λειτουργική για να είναι βιώσιμη.
Ερ: Θα πραγματοποιήσει τις απειλές της η Τουρκία για μη συμμόρφωσή της με τη συμφωνία που έχει κάνει με την Ε.Ε. για το μεταναστευτικό-προσφυγικό; Μπορεί κάποιος να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα γίνει;
Απ: Είχα πρόσφατα συναντήσεις με την ηγεσία του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στις Βρυξέλλες και με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας στο Βερολίνο. Όλοι προβληματίζονται και εκφράζουν ανησυχία για το τι θα πράξει ο Ερντογάν. Θυμίζω ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έχει θέσει ως προϋπόθεση για την εφαρμογή της συμφωνίας τη χορήγηση VISA στους Τούρκους πολίτες. Όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει τέτοια προοπτική, ειδικά εάν η Άγκυρα δεν αλλάξει τον αντιτρομοκρατικό νόμο. Και οι απαράδεκτες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Τουρκία δεν βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ερ: Χωρίς απελευθέρωση της VISA λοιπόν και με “παγωμένη” την ενταξιακή της διαδικασία πώς θα αντιδράσει η Άγκυρα;
Απ: Δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Άλλωστε ήδη ο κ. Ερντογάν σχετικά με τη συμφωνία με την ΕΕ για το μεταναστευτικό-προσφυγικό έκανε λόγο για εναλλακτικά σχέδια Β και Γ. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο θα πρέπει μαζί με τους εταίρους και συμμάχους να πιέσουμε την Άγκυρα για να διασφαλίσουμε ότι η συμφωνία θα εφαρμοστεί.
Ερ: Πώς αξιολογείτε τις εξελίξεις στην Ευρώπη; Πού οδηγούν την Ευρώπη και πώς επηρεάζουν τη χώρα μας;
Απ: Τα τελευταία χρόνια υπάρχει σοβαρή διάβρωση της κοινοτικής αλληλεγγύης και εξίσου σοβαρή ενίσχυση των εθνικών ανταγωνισμών. Όλο και συχνότερα, το εθνικό «εγώ» φαίνεται να υπερτερεί του ευρωπαϊκού «εμείς». Και αυτό αφορά όλες τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε: οικονομία, προσφυγικό, εξωτερική πολιτική. Η Ενωμένη Ευρώπη που διασφάλισε τα τελευταία 70 χρόνια σταθερότητα, ευημερία, ειρήνη, αμφισβητείται όλο και περισσότερο. Για πρώτη φορά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αντί να διευρύνεται, μικραίνει. Με το Brexit περάσαμε από την εποχή των προσθέσεων στην εποχή των αφαιρέσεων. Και κινδυνεύουμε τώρα -αν αυτή η δυναμική δεν ανασταλεί- να περάσουμε και στην εποχή των ενδοοικογενειακών αντιπαραθέσεων, των εντάσεων και των κρίσεων. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις που σκέφτονται και φέρονται ευρωπαϊκά, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, έχουμε καθήκον να μην αφήσουμε να συμβεί αυτό που κάποιοι προέβλεπαν μετά το Brexit: ότι είναι η αρχή του τέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικά τώρα, που για την Ελλάδα, η κοινοτική αλληλεγγύη -ή ό,τι έχει απομείνει από αυτήν – είναι ζωτικής σημασίας. Θα ήταν ολέθριο για τα συμφέροντα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας, αν επιστρέψουμε σε μια Ευρώπη σκληρών εθνικισμών, ανταγωνισμών και αντιπαραθέσεων. Διότι η Ελλάδα δεν μπορεί -όπως δεν μπορεί και καμιά άλλη χώρα- να σηκώσει μόνη της το βάρος των νέων απειλών ασφάλειας και των νέων προκλήσεων στην περιοχή μας. Τώρα ακριβώς χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη Ευρώπη.