Με αφορμή τη συζήτηση των τελευταίων ημερών για την πολιτική κινητικότητα για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ και την οικονομική ενίσχυση προς τη γείτονα χώρα μέσω του ΕΣΟΑΒ, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών κ. Γιώργος Κουμουτσάκος σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ξεκαθαρίζει ακόμη μία φορά την πολιτική της Ελλάδας που καλεί τα Σκόπια σε ουσιαστική και εποικοδομητική διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της διαδικασίας του ΟΗΕ, για την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.
Υπογραμμίζει ότι συνεχίζεται κανονικά το ΕΣΟΑΒ για την ΠΓΔΜ, προσθέτοντας ότι οι όποιες καθυστερήσεις οφείλονται σε παράγοντες που αφορούν τη λήπτρια χώρα και υπενθυμίζει τη ζωτική σημασία που έχει για την οικονομία της ΠΓΔΜ η ελληνική επενδυτική παρουσία.
– Η Ελλάδα έχει κάνει σαφή τη θέση της στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Ποιες είναι ως τώρα οι αντιδράσεις εταίρων, συμμάχων και βεβαίως των Σκοπίων στην ελληνική θέση;
“Πράγματι, η Ελλάδα έχει ξεκάθαρη θέση στο θέμα της ονομασίας. Θέση απόλυτα και αρμονικά ενταγμένη στην ευρύτερη στρατηγική μας για την περιοχή. Αυτή η πολιτική είναι συνεπής. Έχει ένα και μόνο σκοπό: να βοηθήσει, και να ενισχύσει τη σταθερότητα, την ειρήνη και την ανάπτυξη για όλες τις χώρες της περιοχής, χωρίς καμία εξαίρεση. Αυτή είναι η στρατηγική μας επιδίωξη. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα καλεί τη γειτονική χώρα να προσέλθει στις διαπραγματεύσεις που γίνονται υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, με τρόπο εποικοδομητικό και ουσιαστικό, ώστε να επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα. Αυτό άλλωστε προβλέπουν και επιδιώκουν όλες οι σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ταυτόχρονα, τονίζουμε με καθαρότητα, που δεν επιδέχεται παρανοήσεων, ότι η τυχόν διαιώνιση αυτής της εκκρεμότητας, λόγω της αδιαλλαξίας που δείχνει η σημερινή κυβέρνηση της ΠΓΔΜ, σε συνδυασμό με ενέργειες και πολιτικές εθνικιστικής και αλυτρωτικής λογικής, δεν μπορεί να αποτελεί βάση για την οικοδόμηση σχέσεων συμμαχικών ή σχέσεων αλληλεγγύης και εταιρικότητας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Το ξεκάθαρο αυτό μήνυμα της Ελλάδας έχει γίνει αντιληπτό από εταίρους και συμμάχους. Σας θυμίζω, μεταξύ άλλων, τις τελευταίες δηλώσεις του κ. Σολάνα. Μπορώ να επικαλεστώ και την αίσθηση που έχω από όλες τις σχετικές συναντήσεις της Υπουργού Εξωτερικών στο περιθώριο των εργασιών της 62ης ΓΣ του ΟΗΕ και του πρόσφατου Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων στο Λουξεμβούργο. Θέλω να πιστεύω ότι το μήνυμά μας θα ερμηνευτεί σωστά και από τη σκοπιανή κυβέρνηση”.
– Τις τελευταίες ημέρες γίνεται συζήτηση ως προς τη συνέχιση και υλοποίηση της βοήθειας εκ μέρους της Ελλάδας προς τη γειτονική χώρα μέσω του Ελληνικού Σχεδίου για την Οικονομική Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων, του λεγόμενου ΕΣΟΑΒ. Πώς έχουν ακριβώς τα πράγματα;
“Το πρόγραμμα από ελληνικής πλευράς συνεχίζεται κανονικά. Η ΠΓΔΜ ήταν από την πρώτη στιγμή (2002) και συνεχίζει να είναι μεταξύ των χωρών για τις οποίες προβλέπεται παροχή αναπτυξιακής βοήθειας μέσω ΕΣΟΑΒ. Το συνολικό ποσό που έχει δεσμευτεί για τη χώρα αυτή είναι της τάξεως των 75 εκατομμυρίων ευρώ.
Η πρόοδος υλοποίησης αυτού του προγράμματος, για κάθε λήπτρια χώρα εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων που έχουν κυρίως να κάνουν με εκείνον που λαμβάνει την αναπτυξιακή υποστήριξη.
Η πρόοδος εξαρτάται από την ωριμότητα των έργων, την ελκυστικότητα της λήπτριας χώρας για τους ιδιώτες που αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία των επενδύσεων, σχετικά με το ΕΣΟΑΒ, από την ταχύτητα των διαδικασιών, μέσω των οποίων οι χώρες-αποδέκτες διεκπεραιώνουν τα διάφορα προγράμματα. Και ούτω καθεξής.
Για την περίπτωση της ΠΓΔΜ, ως τώρα έχει εκταμιευτεί το 6% του προβλεπόμενου ποσού των 75 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά αυτό έχει να κάνει με τους παράγοντες που προανέφερα”.
– Κάποιο συγκεκριμένο παράδειγμα…
“Βεβαίως. Από τα 75 εκατομμύρια ευρώ, τα 50 προβλέπεται να διατεθούν για τον στρατηγικής σημασίας Πανευρωπαϊκό Διάδρομο Δέκα. Για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου, η Ελλάδα αναλαμβάνει από κοινού με διεθνείς οργανισμούς, το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης.
Το έργο αυτό δεν έχει ακόμη δημοπρατηθεί γιατί δεν υπάρχει οριστική μελέτη και μπορώ να πω ότι η Ελλάδα προέβη σε υποβοηθητικές ενέργειες προς την ΠΓΔΜ για να προχωρήσει η μελέτη σκοπιμότητας και να διευκολυνθεί η πορεία του προγράμματος.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν επιτρέπει ούτε παρανοήσεις, ούτε επιδέχεται ενδεχόμενες απόπειρες παραπληροφόρησης για κάτι που έχει πλήρως ξεκαθαριστεί και με σχετική δήλωση του Υφυπουργού Εξωτερικών κ. Θ. Κασσίμη.”
– Κάνοντας μια γενικότερη εκτίμηση, πόσο σημαντικός οικονομικός εταίρος της ΠΓΔΜ θα λέγατε ότι είναι η Ελλάδα;
“Πολύ σημαντικός, για να μην πω ζωτικός. Ανεξαρτήτως ΕΣΟΑΒ, από το τέλος της δεκαετίας του ’90 υπάρχει σημαντικότατη ελληνική επενδυτική παρουσία. Η παρουσία αυτή έχει αποτελέσει ζωτικό στήριγμα στην αναπτυξιακή προοπτική της γειτονικής χώρας. Το σύνολο των ελληνικών επενδύσεων ανέρχεται σε ένα δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 60% του συνολικού επενδυμένου κεφαλαίου στην ΠΓΔΜ. Σε μια χώρα με οξύτατο πρόβλημα ανεργίας, οι ελληνικές επενδύσεις έχουν δημιουργήσει 20.000 θέσεις εργασίας, με ευεργετικές συνέπειες για τη μείωση των κοινωνικών εντάσεων και την ενίσχυση της εθνοτικής ειρήνης. Η Ελλάδα είναι δεύτερος εμπορικός εταίρος της ΠΓΔΜ.
Η ελληνική επενδυτική συνεισφορά καλύπτει καίριους τομείς όπως τις τηλεπικοινωνίες, τον ενεργειακό τομέα, τον τραπεζικό τομέα, τη βιομηχανία χάλυβα, την κλωστοϋφαντουργία, τον τομέα τροφίμων και ποτών, τη βιομηχανία μαρμάρων και τσιμέντων”.
– Αντιλαμβάνομαι ότι στο οικονομικό επίπεδο υπάρχει μια καλή βάση συνεργασίας. Πιστεύετε ότι η δυναμική αυτή θα ήταν πιο ισχυρή αν δινόταν λύση στο θέμα της ονομασίας; Είναι το θέμα-κλειδί για την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεών μας;
“Απολύτως. Επανειλημμένα έχουμε τονίσει ότι η επίτευξη λύσης σε αυτό το χρονίζον πρόβλημα που αφορά τις σχέσεις καλής γειτονίας στην περιοχή μας θα είχε άμεσο και θετικό αντίκτυπο σε τρία επίπεδα. Πρώτον, σε διμερές, όπου θα είχαμε την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεων σε όλους τους τομείς.
Δεύτερον, σε περιφερειακό επίπεδο, διότι θα ενισχυόταν περισσότερο η περιφερειακή συνεργασία, η σταθερότητα και η οικονομική ανάπτυξη προς όφελος όλων. Και τρίτον, και ιδιαίτερα σημαντικό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς θα μπορούσαν να προχωρήσουν – χωρίς τα εμπόδια που εκ των πραγμάτων δημιουργούνται όταν παρατείνονται τέτοιες εκκρεμότητες – οι προσπάθειες της γειτονικής χώρας για την επίτευξη των ευρωπαϊκών και ευρωατλαντικών φιλοδοξιών και προσδοκιών της.
Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι έχει και τη βούληση και τη δυνατότητα να υποστηρίξει ουσιαστικά και αποτελεσματικά την ευρωπαϊκή προοπτική των γειτονικών χωρών. Δείτε το παράδειγμα της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Είμαστε ευτυχείς για την ένταξή τους. Αυτή είναι πολιτική μέλλοντος. Αυτή είναι μια πολιτική που κοιτάζει μπροστά, που βασίζεται στην ευρωπαϊκή λογική της συναίνεσης και συνεργασίας. Όχι στην ξεπερασμένη λογική της εμμονής σε αδιάλλακτες, αμετακίνητες και αντιπαραγωγικές θέσεις. Γι αυτό η Ελλάδα μιλάει για αμοιβαία αποδεκτή λύση”.
– Υπάρχει η εκτίμηση στο ΥΠΕΞ ότι επίκειται κατάθεση κάποιας νέας πρότασης του κ Νίμιτς;
“Η Ελλάδα συμμετέχει ουσιαστικά και παραγωγικά στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Για να αποφέρει όμως μια διαπραγμάτευση καρπούς, πρέπει και τα δύο μέρη να έχουν την ίδια βούληση και την ίδια στάση. Δυστυχώς, έως τώρα δεν είναι αυτή η στάση της σκοπιανής κυβέρνησης. Σας θυμίζω το πρόσφατο «επεισόδιο Κερίμ» καθώς και την απόλυτα αδιάλλακτη στάση από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών του προέδρου Τσερβένκοφσκι.
Ο κ. Νίμιτς συνεχίζει τις προσπάθειές του σύμφωνα με την εντολή που έχει λάβει από το ΓΓ του ΟΗΕ. Ο ίδιος ο κ. Νίμιτς έχει πει ότι στο στάδιο αυτό δεν θεωρεί σκόπιμη και ώριμη την κατάθεση νέας πρότασης. Αναμένονται πάντως νέες συνομιλίες του με τους δύο διαπραγματευτές, πρέσβεις κκ Βασιλάκη και Ντιμιτρόφ”.
– Κε Κουμουτσάκο, τι θα συνιστούσε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση για την ελληνική πλευρά;
“Θα ήταν λάθος να μπούμε σε μια δημόσια συζήτηση περί της ονοματολογίας. Η ελληνική κυβέρνηση με ξεκάθαρη δήλωση της υπουργού Εξωτερικών κ.Ν.Μπακογιάννη έχει δώσει το στίγμα και το μήνυμά της. Επιδιώκουμε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση. Η λογική λέει ότι αυτή μπορεί να βρεθεί στη βάση μιας σύνθετης ονομασίας.
Δύο πράγματα είναι βέβαια: η παράταση της σημερινής εκκρεμότητας είναι αντιπαραγωγική και δεύτερον, η Ελλάδα στις προσπάθειές της να αρθεί αυτή η εκκρεμότητα δεν πρόκειται να στερηθεί καμία από τις δυνατότητες που έχει ως μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ”.