Συνέντευξη ευρωβουλευτή ΝΔ Γ. Κουμουτσάκου στο newstoday.gr
–Κύριε Κουμουτσάκο, την Πέμπτη ξεκινά η σύνοδος κορυφής της ΕΕ, η οποία από πολλούς έχει χαρακτηρισθεί ως η κρισιμότερη ίσως στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διότι ίσως κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης. Αλήθεια ή υπερβολική δραματοποίηση;
Αν ψάξετε στο “Google” ή σε οποιαδήποτε άλλη “μηχανή αναζήτησης” με λέξεις κλειδιά “Σύνοδος Κορυφής ΕΕ” θα διαπιστώσετε ότι διαχρονικά η πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων είχαν για διάφορους λόγους χαρακτηρισθεί ως “κρίσιμα” ή ακόμα και “ζωτικής σημασίας”.
Αυτήν τη φορά όμως οι λέξεις αποκτούν το πλήρες πολιτικό περιεχόμενο και νόημά τους. Η κρίση που βιώνει η Ευρώπη είναι ίσως η πιο σοβαρή από όλες καθώς αγγίζει τα θεμέλια του ενιαίου νομίσματος και της ευρωζώνης, την καρδιά δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν δεν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε αυτήν την κρίση όπως τις προηγούμενες, θα οδηγήσουμε την Ευρώπη σε μεγάλη ιστορική οπισθοδρόμηση. Γιατί, ας μην γελιόμαστε, ένα σοβαρό ρήγμα στην Ευρωζώνη, θα είναι ζήτημα χρόνου να εξαπλωθεί ευρύτερα, με άγνωστες αυτή τη στιγμή συνέπειες.
Πιστεύω όμως ότι έστω και στο “παρα-ένα” τα ανακλαστικά πολιτικής αυτοπροστασίας και επιβίωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Έστω και “λαχανιασμένοι” θα διασώσουμε ό,τι με πολύ κόπο έχουμε φτιάξει.
–Οι “ευρωσκεπτικιστές” πληθαίνουν και εκ πρώτης όψεως, όχι άδικα. Συμμερίζεστε τις απόψεις τους;
Ακούω με προσοχή τους προβληματισμούς τους. Διαφωνώ όμως με τις θέσεις τους.
Πώς και γιατί φτάσαμε ως εδώ; Επειδή πήραμε την απόφαση να προχωρήσουμε στη νομισματική ενοποίηση ή μήπως επειδή δειλιάσαμε να προχωρήσουμε θαρραλέα και στην συγκρότηση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής διακυβέρνησης; Επειδή κάναμε τότε ένα βήμα ή επειδή το αφήσαμε ατελές, ασταθές και μετέωρο;
Μήπως φτάσαμε σε αυτήν την πραγματικά κρίσιμη και δυσχερή κατάσταση επειδή βάλαμε “λιγότερη” και όχι “περισσότερη” Ευρώπη στα θεμέλια του οικοδομήματος που εδώ και μισό αιώνα είναι το κοινό μας σπίτι;
Για μένα η απάντηση είναι προφανής. Χρειαζόμαστε περισσότερο θάρρος και “περισσότερη” Ευρώπη.
–Λένε ότι κάθε κρίση είναι και μια ευκαιρία. Υπάρχει σε αυτές τις συνθήκες ευκαιρία γα το μέλλον της Ευρώπης;
Ναι, το πιστεύω. Είμαι ρεαλιστικά αισιόδοξος για το μέλλον. Αρκεί βέβαια να μην επιτρέψουμε στην κρίση να ισοπεδώσει τα πάντα στο πέρασμά της.
Αν και η έως τώρα στάση της Γερμανίας και ορισμένων κρατών-μελών που επηρεάζει, δημιούργησε εμφανείς ρωγμές στην κοινοτική αλληλεγγύη, πιστεύω ότι οι ρωγμές δεν θα εξελιχθούν σε αγεφύρωτο χάσμα. Άλλωστε το κόστος ενός πιθανού “διαζυγίου” θα είναι τεράστιο για όλους.
Παρά τους συχνά δραματικούς τόνους, όλα δείχνουν ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, έστω και μετά από μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις, τελικώς θα ενταχθεί στο θεσμικό πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας. Μπορεί να μην είναι τέλειος, όμως μην ξεχνάτε ότι θα μπορεί να διασφαλίσει τη σταθερότητα της Ευρωζώνης συνολικά. Και αυτό θα είναι μια κατ’ αρχήν θετική εξέλιξη. Μένει βέβαια να δούμε εάν και πώς θα ενταχθούν σε αυτόν οι ιδιώτες καθώς και το εάν θα αυξηθούν τα διαθέσιμα κεφάλαια αρωγής. Ελπίζω να γίνει με τον καλλίτερο τρόπο και για την Ελλάδα.
Άλλο ένα σημάδι που δικαιολογεί κάποια αισιοδοξία είναι ότι Παρίσι και Βερολίνο, φαίνεται να επανεξετάζουν τη θέση τους και να είναι δεκτικότεροι στο ενδεχόμενο μιας “δημοσιονομικής Ένωσης”. Μάλιστα ο Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε, προέβλεψε ότι σε δέκα χρόνια η Ευρώπη θα έχει τέτοια δομή που θα “ταιριάζει” περισσότερο σε πολιτική ένωση.
Επομένως στο χέρι μας είναι να κάνουμε με ρεαλισμό και αποφασιστικές ενέργειες την κρίση, ευκαιρία.
–Για την Ελλάδα τα αποτελέσματα της συνόδου θα είναι καθοριστικής σημασίας. Έχει όμως δυνατή φωνή για να ακουστεί;
Υπάρχουν τουλάχιστον τρία ζητήματα που σε αυτό το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, απασχολούν ιδιαίτερα την Ελλάδα.
Το εάν θα συμφωνηθεί να δοθεί στην Ελλάδα περισσότερος χρόνος για την αποπληρωμή του δανείου των 110 δις, δηλαδή η λεγόμενη “επιμήκυνση”.
Το εάν θα συμμετέχουν τελικά, πότε, με ποιο τρόπο και κάτω από ποιες προϋποθέσεις οι ιδιώτες στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης και, βεβαίως, το εάν θα υπάρξει συμφωνία για τη δημιουργία ευρω-ομολόγου όπως έχει ζητήσει μια σειρά κρατών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το θέμα του ευρω-ομολόγου πιστεύω ότι, τουλάχιστον προς το παρόν, έχει τελειώσει αρνητικά.
Τα άλλα δύο θέματα μένουν ακόμα ανοικτά.
Από την τελική έκβαση και τους όρους που θα τεθούν, θα κριθεί η αποτελεσματικότητα των χειρισμών. Βέβαια, σε αυτό πλέον το στάδιο και μετά την ένταξη της Ιρλανδίας στο Μηχανισμό, η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται τελείως μόνη της. Τα ζητήματα έχουν προσλάβει πλέον ευρύτερες διαστάσεις.
–Δεν θα ήταν πιο ισχυρή η θέση της χώρας εάν η κυβέρνηση είχε την υποστήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης εθνικής συναίνεσης;
Να ξεκαθαρίσουμε μία και καλή ένα πράγμα κ. Τασούλη. Σε αυτές τις επιδιώξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο καθώς και στην προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στο εσωτερικό, η Νέα Δημοκρατία έχει δώσει την στήριξή της στην Κυβέρνηση.
Άλλο αυτό όμως και άλλο η παροχή μιας γενικής “λευκής επιταγής” σε μια κυβέρνηση που διαπραγματεύτηκε με εμφανή ανεπάρκεια μια λεόντειο δανειακή σύμβαση με πρωτόγνωρα επαχθείς για την ελληνική οικονομία και κοινωνία όρους.
Άλλωστε, η εθνική συναίνεση κτίζεται βήμα-βήμα. Κερδίζεται, δεν διατάσσεται όταν τα αδιέξοδα γίνονται ασφυκτικά. Τότε δεν είναι πρόταση συνεννόησης, αλλά τέχνασμα συνενοχής.
–Μέσα σε αυτό το κλίμα η ΝΔ άνοιξε το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος. Έχει νόημα να ξεκινήσει τώρα η συζήτηση για την τροποποίηση του καταστατικού χάρτη της χώρας;
Όχι απλώς έχει νόημα. Είναι επιβεβλημένη. Όταν όλοι διαπιστώνουν παθογένειες, δυσκαμψίες και δυσλειτουργίες στην οικονομία, στον τρόπο που λειτουργεί το κράτος και σε κρίσιμα θέματα ποιότητας και λειτουργίας της Δημοκρατίας, δεν μπορούμε να μένουμε αδρανείς.
Δεν μπορούμε να αρκεστούμε σε φιλολογικές διαπιστώσεις. Οφείλουμε να προχωρήσουμε σε συγκεκριμένες ενέργειες και θεσμικές τομές.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι λοιπόν επιτακτική.
Μόνον έτσι θα δώσουμε πραγματική ουσία και περιεχόμενο στον στόχο της “Νέας Μεταπολίτευσης” για την οποία πρώτος μίλησε ο Αντώνης Σαμαράς. Είναι θετικό και παρήγορο ότι υπάρχει πλέον η ξεκάθαρη συμφωνία και της Κυβέρνησης.
Η επιτυχία κάθε συνταγματικής αναθεώρησης εξαρτάται άλλωστε σε μεγάλο βαθμό και από το εύρος της πολιτικής στήριξης που θα έχει.