Συνέντευξη στην εφημερίδα Real Νews και τον δημοσιογράφο Γιώργο Σιαδήμα.
Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει στρατηγική απέναντι στην Τουρκία; Η πάγια ελληνική θέση ότι στηρίζουμε την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας μήπως είναι παρωχημένη;
Η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία, ουσιαστικά έβαλε την υποψηφιότητά της σε κατάσταση «βαθείας καταψύξεως Και αυτό μπορεί να αποδειχθεί το αισιόδοξο σενάριο, καθώς όλο και συχνότερα, από διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υποστηρίζεται ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας θα πρέπει να εγκαταλειφθεί πλήρως. Αυτά είναι δεδομένα που καμία σοβαρή εξωτερική πολιτική δεν μπορεί πια να αγνοήσει. Η Ελλάδα δεν θα ήθελε μια πλήρη ρήξη στις σχέσεις Τουρκίας – Ευρώπης. Αυτό θα έκανε την Τουρκία ακόμα πιο απρόβλεπτο και πιο δύσκολο γείτονα.
Μεταξύ της πλήρους ένταξης και της πλήρους απομόνωσης υπάρχουν ενδιάμεσα στάδια που οφείλουμε να επεξεργασθούμε και να αξιολογήσουμε. Να αναζητήσουμε ποια μπορεί να είναι η νέα – ρεαλιστική και αμοιβαία επωφελής σχέση Τουρκίας ΕΕ η οποία θα αντιστοιχεί στη σημερινή πραγματικότητα και θα καλύπτει τις ελληνικές προτεραιότητες.
Έχετε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σας;
Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι η Τελωνιακή σχέση ΕΕ- Τουρκίας, που είναι τόσο σημαντική για την τουρκική οικονομία, είναι ένα πεδίο στο οποίο μπορεί να χτιστεί η πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων για το επόμενο διάστημα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί η σημερινή ενταξιακή διαδικασία.
Ανησυχείτε για θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, ειδικά μετά την κλιμάκωση των ενεργειών από την τουρκική πλευρά;
Υπάρχει στην περιοχή μας συσσωρευμένη ένταση. Το τελευταίο διάστημα μάλιστα διαπιστώνουμε ότι διευρύνεται και εξαπλώνεται γεωγραφικά. Δεν παραμένει εστιασμένη σε ένα σημείο. Στις συνθήκες που έχει δημιουργήσει η Τουρκία, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι ένα ανθρώπινο λάθος, παρανοήσεις, εσφαλμένες εκτιμήσεις ή θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κάποιο επεισόδιο. Η αντιμετώπιση της τουρκικής στρατηγικής πάντως δεν μπορεί να γίνει με επικοινωνιακές κορώνες εσωτερικής καύσης και κατανάλωσης, αλλά με στοχευμένες, αποτελεσματικής ενέργειες και ουσιαστική διπλωματική δράση».
Πόσο θα επιδράσουν οι πρόωρες εκλογές στην Τουρκία τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
H προκήρυξη των εκλογών στην Τουρκία, προδιαγράφει την πιθανότητα ενός σπιράλ φραστικών εντάσεων και προκλήσεων. Η Ελλάδα πρέπει να είναι προετοιμασμένη. Να αξιολογεί συνεχώς την κατάσταση και αν χρειαστεί να αντιδρά με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα.
Στο Σκοπιανό ασκείτε σκληρή κριτική στην κυβέρνηση. Προκρίνετε την διακοπή των διαπραγματεύσεων;
Το ζήτημα δεν εάν συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις αλλά το πώς συνεχίζονται και πού οδηγούν. Οι πρόσφατες δηλώσεις από τα Σκόπια που έβαλαν φρένο στην απολύτως αναγκαία αναθεώρηση του Συντάγματος της γειτονικής χώρας και στην εφαρμογή ενός συμφωνημένου ονόματος για όλες τις χρήσεις, δεν προοιωνίζονται ούτε εύκολη, ούτε αίσια για τα ελληνικά συμφέροντα κατάληξη. Αλλά πρόσφατα σημειώθηκε και κάτι ακόμα πιο αρνητικό. Δεν μιλάμε απλώς για επιβεβαίωση της αδιαλλαξίας αλλά για νέες διεκδικήσεις εκ μέρους της σκοπιανής ηγεσίας, του κυρίου Ντιμιτρόφ συγκεκριμένα, που έθεσε θέμα, άκουσον – άκουσον, αλυτρωτισμού εκ μέρους της Ελλάδας προς τη χώρα τους. Αυτό δεν είναι βήμα προόδου. Δεν είναι καν βήμα σημειωτόν. Είναι βήμα σοβαρής οπισθοδρόμησης. Το οποίο συνετελέσθη ενώπιων του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας και ο κ. Κοτζιάς έμεινε, δημοσίως, άφωνος.
Εάν τελικά έρθει μια πρόταση στη Βουλή στην εθνική γραμμή του Βουκουρεστίου που θα περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία» σε μια συνθέτη ονομασία τι θα κάνετε;
Για μια ακόμα φορά αναγκάζομαι να αποσαφηνίσω τι ακριβώς συνέβη στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008. Και νομιμοποιούμαι να το κάνω διότι ήμουν εκεί, ως μέλος της ελληνικής ομάδας, υπό τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή. Στο Βουκουρέστι δεν διαπραγματευτήκαμε την ονομασία. Η διαπραγμάτευση αυτή είχε ήδη οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Στο Βουκουρέστι η Ελλάδα διασφάλισε την ομόφωνη απόφαση της Ατλαντική Συμμαχίας ότι τα Σκόπια δεν μπορούν να ενταχθούν σε αυτήν, χωρίς προηγουμένως να έχει λυθεί με τόπο αμοιβαία αποδεκτό το ζήτημα της ονομασίας. Αυτό το διαπραγματευτικό όπλο καλείται σήμερα να αξιοποιήσει η κυβέρνηση και μάλιστα σε πολύ καλύτερες συνθήκες, απ΄ ό,τι δέκα χρόνια πριν. Η κυβέρνηση καλείται να φέρει μια συμφωνία
που να είναι ενιαία, πλήρης και οριστική. Που να διαχωρίζει, με τρόπο απολύτως ξεκάθαρο, τον βόρειο γείτονά μας από τη Μακεδονία. Αλλά αυτό, ήδη το αναφέραμε, δεν φαίνεται εφικτό. Το έχει άλλωστε εγκαίρως επισημάνει ο Κυριάκος Μηστοτάκης.
Όλα αυτά τα ανοιχτά εθνικά θέματα δεν θα έπρεπε να οδηγήσουν σε μια μίνιμουμ συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων σε τέτοιου είδους ζητήματα;
Η κυβέρνηση φέρει κατά κύριο λόγο την ευθύνη προκειμένου να διασφαλισθούν συνθήκες συνεννόησης με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Η σημερινή κυβέρνηση όμως αντί να το επιδιώξει, έχει κάνει τα πάντα για να δηλητηριάσει την πολιτική ζωή του τόπου, ακόμα και στα εθνικά θέματα. Επενδύει στον διχασμό ως αντίληψη πολιτικής επιβίωσης. Δεν είναι δυνατόν να φυτρώσει και να αναπτυχθεί ή ούτως ή άλλως ευπαθής εθνική ενότητα, σ’ ένα άνυδρο πολιτικό τοπίο σύγκρουσης και πόλωσης, που βομβαρδίζεται συνεχώς από την κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση επιμένει για καθαρή έξοδο από το μνημόνιο στα τέλη Αυγούστου ενώ εσείς κάνετε λόγο για τέταρτο μνημόνιο. Θεωρείτε ότι θα χρειαστεί πιστοληπτική γραμμή στήριξης;
Η «καθαρή έξοδος» είναι ξεκάθαρη προπαγάνδα. Τώρα όλοι το ξέρουν.
Η απλή αναλογική που προωθεί η κυβέρνηση στην Αυτοδιοίκηση μπορεί να αποτελέσει αφορμή ώστε να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση περί εφαρμογής της από τις επόμενες κιόλας εθνικές εκλογές;
Η κυβέρνηση το αποπειράθηκε και απέτυχε. Ελπίζω να έμαθε από την ήττα της και να μην το αποπειραθεί ξανά. Η απλή αναλογική είναι συνταγή πολιτικής αστάθειας για τη χώρα. Και αυτό είναι το τελευταίο που χρειαζόμαστε μετά από 8 χρόνια κόπων και θυσιών όλων των Ελλήνων. Το ίδιο ισχύει και για την πιθανή εφαρμογή της στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η απλή αναλογική είναι διαλυτική. Ίσως γι αυτό ακριβώς την επιζητά διακαώς ο ΣΥΡΙΖΑ. Αφού δεν μπορεί να κυβερνήσει, δεν τον απασχολεί εάν διαλύσει.