Άρθρο στην εφημερίδα “Ειδήσεις”
Το οριακό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της περασμένης Κυριακής στην Τουρκία ήταν μία ασθενής νίκη για τον Πρόεδρο Ερντογάν. Πόσο μάλλον που το αποτέλεσμα ήδη αμφισβητείται. Εντός Τουρκίας, από τις πολιτικές δυνάμεις που υποστήριξαν το «όχι». Εκτός Τουρκίας, από αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς που κάνουν λόγο για σοβαρές ή λιγότερες σοβαρές «παρατυπίες» κατά τη δημοψηφισματική διαδικασία.
Πέραν, όμως, των αμφισβητήσεων, το ίδιο το αποτέλεσμα αποτέλεσε ένα είδος «πολιτικής χαρτογράφησης» της Τουρκίας. Το «ναι» και το «όχι» έχουν συγκεκριμένα γεωγραφικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, εθνοτικά ακόμα και θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Η ανάγκη οικοδόμησης ευρύτερων συναινέσεων αναδεικνύεται έτσι ως κρίσιμο αίτημα, στο οποίο θα πρέπει να ανταποκριθούν με σοβαρότητα και σωφροσύνη, τόσο οι πολιτικές δυνάμεις της Τουρκίας, όσο και ο τουρκικός λαός.
Σε κάθε περίπτωση, μετά το δημοψήφισμα, η κατάσταση στην Τουρκία είναι σύνθετη και οι εξελίξεις βρίσκονται ακόμα στο στάδιο της διαμόρφωσής τους. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις για το τι μέλει γενέσθαι. Ένα είναι βέβαιο. Ο Πρόεδρος Ερντογάν παραμένει σήμερα το μόνο σταθερό σημείο αναφοράς.
Από την πλευρά της, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να θέλει στα σύνορά της μία σταθερή και προβλέψιμη Τουρκία με μία αποτελεσματική και αξιόπιστη ηγεσία, χωρίς “μέθη ισχύος” που θα μπορεί:
1. Να εργάζεται για την εξομάλυνση και τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών.
2.Να συμβάλλει στη σταθερότητα και στην ειρήνη της περιοχής χωρίς παραβατικές συμπεριφορές και πολιτικές προκλήσεων και εντάσεων.
3. Να επιδείξει, επιτέλους, ουσιαστικά εποικοδομητική στάση στο ζήτημα του Κυπριακού, ώστε να μην χαθεί η παρούσα ευκαιρία μιας δίκαιης, λειτουργικής και βιώσιμης επίλυσής του.
4.Να διαχειρίζεται με αποτελεσματικότητα και πνεύμα συνεργασίας τη μεγάλη, ζωτική για την Ελλάδα, πρόκληση του προσφυγικού – μεταναστευτικού ζητήματος.
5. Να αποκαταστήσει, και αν είναι δυνατόν να ενισχύσει τις σχέσεις της με την Ευρώπη, κάτι που προϋποθέτει σεβασμό της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μια Τουρκία που δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί θετικά στις πέντε αυτές προκλήσεις, θα είναι ένας δύσκολος γείτονας, ένας απρόβλεπτος και αβέβαιος σύμμαχος. Όχι μόνον για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη και ευρύτερα για τη Δύση.
Αυτό το όχι θετικό σενάριο, παρουσιάζει ταυτόχρονα και μία ευκαιρία για την Ελλάδα. Να καλύψει το «γεωπολιτικό κενό» που θα αφήσει στην πολύ κρίσιμη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μία εσωστρεφής και απομακρυνόμενη από την Ευρώπη και τη Δύση, Τουρκία. Η Ελλάδα οφείλει από τώρα να εξετάζει και να σχεδιάζει πολιτικές για την αναβάθμιση της γεωστρατηγικής της αξίας στην πιο ευπαθή και αβέβαιη περιοχή του κόσμου.