Άρθρο στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής.
Η διαπίστωση είναι πλέον κοινή και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Στις πιο δύσκολες ώρες για τον τόπο και την κοινωνία μας, οι Έλληνες βρισκόμαστε αντιμέτωποι με διαρκώς επαναλαμβανόμενες απόπειρες πόλωσης, φανατισμού και διχασμού εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ. Το έκαναν ως αντιπολίτευση και το συνεχίζουν συστηματικά ως κυβέρνηση. Ανασύρουν σκόπιμα ζητήματα του περασμένου αιώνα, καταφεύγουν σε ακρότητες επιζητώντας ακραίες αντιδράσεις. Προσπαθούν να φανατίσουν, να πολώσουν και να διχάσουν. Κάνουν ό,τι μπορούν για να πάνε την ατζέντα του δημόσιου διαλόγου μακριά από τα προβλήματα που οι ίδιοι προκάλεσαν. Να μη συζητούμε για τους φόρους που γονατίζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Να μη θυμίζουμε τη μείωση του αφορολόγητου και το κόψιμο των συντάξεων που θα κοστίσουν ένα μηνιάτικο στο χαμηλόμισθο και δύο στο χαμηλοσυνταξιούχο. Να μην ασχολούμαστε με τα κοινωνικά επιδόματα που κόβουν, τον ΕΝΦΙΑ που θα καταργούσαν, τους πλειστηριασμούς που δεν θα γίνονταν, τις καθημερινές κατασχέσεις που απέκλειαν. Να μην μιλούμε για την Ελλάδα που φτωχαίνει, μικραίνει και γερνάει. Να μην προβάλλουμε τις ιδέες και τις θέσεις μας για τα βασανιστικά προβλήματα των πολιτών, για τον οδικό χάρτη εξόδου από την κρίση, για τη συμφωνία αλήθειας.
Βέβαιο είναι πως δεν πρόκειται να σταματήσουν εδώ. Θα ακολουθήσουν νέες, ακόμη και πιο έντονες, προκλήσεις. Θα αρπάξουν κάθε ευκαιρία και δεν θα διστάσουν να εκμεταλλευτούν ακόμη και την ύψιστη κοινοβουλευτική διαδικασία, που αφορά στην αναθεώρηση του Συντάγματος.
Απέναντι σε όλα αυτά έχουμε χρέος να ορθώσουμε τις αρχές και τις αξίες, που πρεσβεύει από την ίδρυσή της η παράταξή μας. Να μην ακολουθήσουμε, αλλά να καταγγείλουμε τη στρατηγική του διχασμού που επέλεξε η κυβέρνηση. Να μην παρασυρθούμε στο πεδίο της άγονης αντιπαράθεσης που τεχνητά διαμορφώνει η κυβέρνηση, επειδή πιστεύει ότι αυτό τη συμφέρει, αλλά να εστιάσουμε – όπως επίμονα τονίζει ο Πρόεδρος του κόμματός μας Κυριάκος Μητσοτάκης- στην αντιμετώπιση των μεγάλων καθημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και η χώρα μας. Να τους αφήσουμε μόνους στο γήπεδο του διχασμού, εγκλωβισμένους στα εμφύλια πάθη τους. Εμείς οφείλουμε να επιδοθούμε στην αναζήτηση λύσεων για το μέλλον. Στη στήριξη του πολίτη που δεν αντέχει άλλο. Να επιδιώξουμε συνένωση δυνάμεων και προσπαθειών από όλους τους Έλληνες, όποια κι αν είναι η κομματική αφετηρία τους.
Πρόσφατη μελέτη που έκανε ο οργανισμός «διαΝΕΟσις» κατέδειξε ότι ο χάρτης εξόδου από την κρίση είναι πολυδιάστατος. Απαιτεί ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς. Αλλά και σταθερότητα στους όρους λειτουργίας του κράτους, ώστε να υπηρετεί και να μην ταλαιπωρεί τους πολίτες, να στηρίζει και να μην υπονομεύει τη δημιουργικότητα, να λειτουργεί ως αρωγός και όχι σαν χειραγωγός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Το έργο αυτό είναι τιτάνιο και έχει αποδειχθεί ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν μπορεί να το φέρει εις πέρας. Ανάξιοι κυβερνώντες που δεν έχουν ούτε το όραμα, ούτε το σχέδιο, ούτε την αποφασιστικότητα κάνουν βουτιές στον περασμένο αιώνα, αντί να επιδιώκουν άλμα στο μέλλον. Διχάζουν, αντί να ενώνουν σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αποτρέψουν το αναπόδραστο: την ήττα τους στις επόμενες εκλογές.
Διότι ένα είναι βέβαιο. Όποτε και αν γίνουν εκλογές η Νέα Δημοκρατία θα τις κερδίσει. Στρατηγικός στόχος είναι η επίτευξη αυτοδυναμίας. Το απαιτεί το συμφέρον της πατρίδας. Απαιτεί σταθερή αποφασιστική, στιβαρή διακυβέρνηση, δυνατότητα ταχείας λήψης των σωστών αποφάσεων. Εδώ, η Ιστορία διδάσκει και δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε. Κάθε φορά που η παράταξή μας εξασφάλισε θριαμβευτικές εκλογικές νίκες και αυτοδυναμία το πέτυχε με ιδεολογικό στίγμα δημοκρατικό, πατριωτικό, ευρωπαϊκό και ταυτόχρονα μετριοπαθές. Προήγαγε και δεν εμπόδιζε την εθνική ενότητα.
Αυτή είναι δική μας αντίληψη, η πολιτική παρακαταθήκη της παράταξης. Η Νέα Δημοκρατία έχει υπηρετήσει διαχρονικά την εθνική συμφιλίωση και συνεχίζει στην ίδια γραμμή. Από τον ιδρυτή Κωνσταντίνο Καραμανλή έως το σημερινό πρόεδρο Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος εκπέμπει διαρκές και αταλάντευτο μήνυμα ότι η ενότητα είναι παράγοντας εθνικής ισχύος. Όμως προσοχή: Ενότητα δεν σημαίνει συναίνεση στις αποφάσεις και τις πρακτικές μιας κυβέρνησης που ζει μέσα από τη σύγκρουση και το διχασμό. Ούτε βέβαια σημαίνει ανοχή σε ιδεοληπτικές εμμονές που γυρίζουν τη χώρα στον περασμένο αιώνα και σ’ ένα λάθος που ζημιώνει και πληγώνει τους Έλληνες.
Εμε
ίς, δεν ξεχνάμε το παρελθόν. Όμως, εργαζόμαστε για το μέλλον, γνωρίζοντας καλά ότι αυτό δεν διαμορφώνεται με όρους παρελθόντος.
Γιώργος Κουμουτσάκος
Βουλευτής Β’ Αθηνών, Τομεάρχης Εξωτερικών της Νέας Δημοκρατίας