Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Τα πράγματα πάνε καλά και θα πάνε ακόμα καλύτερα.
Αυτό είναι το μήνυμα. Αυτή είναι η ουσία του πρώτου προϋπολογισμού της κυβέρνησής μας. Της κυβέρνησης της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μαζί μ’ εμάς αυτό αισθάνονται, πιστεύουν και ελπίζουν οι Έλληνες. Η μεγάλη τους πλειοψηφία. Το βλέπετε στις δημοσκοπήσεις, το αισθάνεστε στους δρόμους. Στις καθημερινές συναναστροφές και συνομιλίες.
Έτσι, η δική μας ευθύνη γίνεται ακόμα μεγαλύτερη. Οφείλουμε με τη δράση μας, και ακόμα περισσότερο με τις συμπεριφορές μας, να ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες των πολιτών. Να μη διαψεύδουμε τις ελπίδες τους.
Με μεταρρυθμιστική ορμή. Με θεσμική συνέπεια. Με κοινωνική ευαισθησία.
Άλλωστε, και τα τρία αυτά τα επιβάλει η ιδεολογική μας φυσιογνωμία και παράδοση.
Σεβασμός στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Εμπιστοσύνη στην ιδιωτική πρωτοβουλία χωρίς ασυδοσία.
Στήριξη των αδυνάτων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ο προϋπολογισμός του 2020 ρίχνει στέρεα θεμέλια για να αντιμετωπίσουμε το μεγαλύτερο πρόβλημα της οικονομίας των τελευταίων χρόνων, δηλαδή το αναπτυξιακό και επενδυτικό έλλειμμα της χώρας. Ένα διπλό έλλειμμα που τα προηγούμενα χρόνια διάβρωνε και εμπόδιζε τις προοπτικές για μεγαλύτερη ανάπτυξη και περισσότερη απασχόληση.
Είναι ένα αναπτυξιακό και επενδυτικό κενό που τα τελευταία χρόνια κρατά την Ελλάδα σε δύο θέσεις απογοήτευσης μέσα στην ΕΕ:
Παραλάβαμε μια Ελλάδα στην πρώτη θέση των ποσοστών ανεργίας και στην τελευταία θέση των επενδύσεων. Ουραγοί μέσα σε 28 χώρες. Αυτή είναι η κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο φαύλος κύκλος «λίγες επενδύσεις – λίγες θέσεις εργασίας» πρέπει να σπάσει και θα σπάσει. Το έχει ανάγκη η οικονομία. Το απαιτεί η κοινωνία.
Το πώς θα το επιτύχουμε αυτό, το λέει ξεκάθαρα ο προϋπολογισμός που κατατέθηκε από την κυβέρνηση και είμαι βέβαιος ότι θα εγκριθεί από τη Βουλή των Ελλήνων.
Τα δημόσια έσοδα αυξάνονται από την οικονομική μεγέθυνση, την αύξηση της απασχόλησης, την ώρα που οι φορολογικοί συντελεστές και οι ασφαλιστικές εισφορές μειώνονται. Την ώρα που γίνονται επιπλέον αναπτυξιακές παρεμβάσεις και δίδονται ταυτόχρονα επιπλέον κοινωνικές παροχές.
Κάνουμε πράξη έτσι την προεκλογική μας δέσμευση δίνοντας φορολογική ανάσα σε επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα. Δίνοντας ώθηση στην οικοδομή. Αναδιαρθρώνοντας τις δημόσιες δαπάνες, όχι σε βάρος των δημοσίων πολιτικών, καθώς οι συνολικές δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2020 προβλέπονται αυξημένες κατά 772 εκ ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη εκτίμηση για το 2019.
Η πορεία λοιπόν της χώρας είναι πορεία προόδου. Είναι πορεία ανόδου.
Σε αυτόν το σκοπό επικεντρώνονται όλες οι προσπάθειες και η φροντίδα του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης.
Όμως, αυτές οι προσπάθειες για οικονομική ανάπτυξη, ευνομούμενη κοινωνική ζωή, ασφάλεια και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους, προφανώς δεν γίνονται σε συνθήκες εργαστηρίου. Δεν γίνονται σε πολιτικό κενό. Γίνονται μέσα σε σοβαρές προκλήσεις και δυσκολίες.
Προκλήσεις και δυσκολίες που εκκινούν, που έχουν την πηγή τους εκτός των συνόρων της χώρας.
Αναφέρομαι στο μέτωπο της παράνομης μετανάστευσης, αλλά και των συνεχών τουρκικών προκλήσεων κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των εθνικών μας δικαίων και συμφερόντων.
Αμέσως από τις πρώτες ημέρες της κυβέρνησής μας, και έχοντας παραλάβει μια επιεικώς χαώδη κατάσταση στο μεταναστευτικό, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια θεαματική έξαρση των παράνομων μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία.
Αποτέλεσμα γεωπολιτικών εξελίξεων και συνειδητής πολιτικής της Άγκυρας, που έχει εντάξει το μεταναστευτικό προσφυγικό ως μοχλό πίεσης για την επίτευξη στρατηγικών επιδιώξεων στη Συρία και πρόσθετων οικονομικών ενισχύσεων από την Ευρώπη.
Τη συνειδητή αυτή επιλογή της Άγκυρας, επιβεβαιώνει η απαράδεκτα ελλειμματική συνεργασία των αρμοδίων τουρκικών αρχών, κυρίως της στρατοχωροφυλακής αλλά και της ακτοφυλακής, στα αιτήματα που υποβάλουν οι αντίστοιχες ελληνικές Αρχές. Η συνεργασία Ελλάδας – Τουρκίας είναι δύσκολη στο πλαίσιο της Ευρωτουρκικής δήλωσης του 2016, είναι δύσκολη και προβληματική με ευθύνη της Τουρκίας. Την ίδια ώρα οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις, περί πιθανού «ανοίγματος των μεταναστευτικών πυλών» που κάνει ακόμα και ο Πρόεδρος της Τουρκίας, λειτουργούν ως ανοικτή πρόσκληση σε διακινητές, παράνομους μετανάστες και πρόσφυγες να κινηθούν δυτικά, ελπίζοντας ότι οι πύλες θα ανοίξουν. Πρόκειται για δηλώσεις που εισπράττονται ως απειλές προς την Ευρώπη και ως προσπάθεια πίεσης προς την Ελλάδα.
Το προσφυγικό είναι εθνικό θέμα ευρωπαϊκών διαστάσεων. Ο αγώνας για την αντιμετώπισή του δίνεται ταυτόχρονα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Εκεί που καταβάλλονται προσπάθεια για:
- Να γίνει κατανοητή η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε.
- Να ενισχυθούν οι θέσεις μας.
- Να διασφαλίζουμε διμερείς συνεργασίες και στήριξη.
- Και να συνδιαμορφώσουμε μια αποτελεσματική ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης και ασύλου. Και αυτό είναι το πιο κρίσιμο.
Στη μεγάλη ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση που τώρα ξεκινά, σκοπός μας είναι παράλληλα με την ανάληψη των ευθυνών που μας αναλογούν ως χώρα πρώτης γραμμής, να διασφαλίσουμε την ουσιαστική, την έμπρακτη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Μια αλληλεγγύη που δεν εξαντλείται μόνον στα λόγια κατανόησης και σε κονδύλια οικονομικής στήριξης.
Γιατί αλληλεγγύη είναι πέρα από αυτά μια πραγματική και δίκαιη ανακατανομή βαρών. Με μετεγκαταστάσεις προσφύγων και οικογενειακές επανενώσεις και φιλοξενία ασυνόδευτων ανηλίκων. Είναι ένας δύσκολος στόχος, λόγω του αρνητικού κλίματος μεταναστευτικής κόπωσης και συχνά φοβίας που επικρατεί σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης. Πρέπει όμως όλοι οι εταίροι να καταλάβουν, και το λέω από αυτό το βήμα, ότι τα σύνορά μας δεν είναι μόνον η δική μας ασφάλεια. Είναι και η δική τους ασφάλεια.
Ισορροπία μεταξύ ευθύνης και αλληλεγγύης είναι σταθερή γραμμή μας. Επάνω σε αυτήν είμαστε έτοιμοι για συνεννοήσεις, συνεργασίες και κοινές προτάσεις. Εμείς έχουμε πάρει ήδη συγκεκριμένες πρωτοβουλίες: Μαζί με την Βουλγαρία και την Κύπρο, αναδείξαμε ότι το κυριότερο μεταναστευτικό μέτωπο της Ευρώπης είναι η Ανατολική Μεσόγειος. Καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις για να αποκτήσει η Ευρώπη έναν αποτελεσματικό μηχανισμό επιστροφών και επαναπατρισμών παράνομων μεταναστών στις χώρες προέλευσης και καταγωγής τους. Τον αμέσως επόμενο μήνα θα καταθέσουμε συγκεκριμένες προτάσεις για μια αποτελεσματικότερη πολιτική καταπολέμησης των δικτύων διακινητών που είναι η ραχοκοκαλιά της παράνομης μετανάστευσης.
Είμαστε και θα είμαστε παρόντες γιατί το θέμα αυτό μπορεί να βρει τη λύση του ή την εκτόνωσή του κυρίως εκτός συνόρων. Γι’ αυτό χρειάζεται σύγκλιση και ομοψυχία εντός συνόρων.
Η εθνική ομοψυχία είναι ένα διαρκές αίτημα, ειδικά σε μια χώρα με τις εξωτερικές προκλήσεις με τις οποίες είναι η αντιμέτωπη η Ελλάδα.
Είναι ιδιαίτερα θετικό ότι με πρώτον τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, χτίζουν το τελευταίο χρονικό διάστημα ένα τείχος εθνικής ενότητας απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα.
Γι’ αυτό ακούστηκε ως ατόπημα κάτι που έγινε χθες. Την ώρα της ανάγκης εθνικής ομοψυχίας, ακούστηκαν φωνές διχαστικής μικροψυχίας.
Θέλω να πιστεύω ότι η χθεσινή ήταν μια ατυχής παραφωνία. Μια μικρή παρένθεση που άνοιξε και έκλεισε αμέσως.
Πάντως θα πρέπει κάποτε – και σίγουρα όμως όχι αυτήν τη στιγμή- να γίνει μια νηφάλια και με παρρησία συζήτηση για τις αλήθειες και τους μύθους του Ελσίνκι. Είμαι σίγουρος ότι θα έχουμε πολλά να πούμε και να απαντήσουμε τότε. Όπως για παράδειγμα:
Σε ποια «συναφή θέματα» αναφέρεται η παράγραφος 4 της Συμφωνίας του Ελσίνκι;
Γιατί η παράγραφος 12 θέτει ως μόνον όρο για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, την εκπλήρωση των πολιτικών κριτηρίων της Κοπεγχάγης από την Άγκυρα;
Γιατί από το 1999 έως το 2004, πέντε ολόκληρα χρόνια, δεν είχε υπάρξει το συνυποσχετικό και η κυβέρνηση Καραμανλή θα έπρεπε να το κλείσει σε μερικούς μήνες;
Αυτή η συζήτηση όμως, όπως προανέφερα, δεν είναι της παρούσης. Η χώρα οφείλει να κοιτάξει μπροστά.
Τα μηνύματα είναι πολύ θετικά. Τα πράγματα πάνε καλά. Το επιβεβαιώνει ο προϋπολογισμός που θα ψηφίσω με όλη μου τη δύναμη.