Άρθρο στην εφημερίδα Real News
Από την εποχή που ήταν αντιπολίτευση, αλλά και σήμερα ως κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ επένδυσε με λόγους και πράξεις στην πόλωση και τον διχασμό. Ακόμα και στις πιο δύσκολες ώρες της κρίσης.
Μόνον όταν ερχόταν αντιμέτωπος με τα αδιέξοδα που έφερνε η πολιτική του, ευκαιριακά και για κομματικές σκοπιμότητες, κάτι ψέλλισε περί συνεννόησης. Όμως πάντα αυτό ήταν μια πρόφαση. Δεν ήταν ποτέ πρόσκληση σε συνεννόηση. Ήταν πάντα πρόσκληση σε συνενοχή.
Μέσα σε αυτό το διχαστικό κλίμα που, με κάθε αφορμή, πυροδοτεί και συντηρεί η κυβέρνηση σε βάρος της εθνικής προσπάθειας, η συζήτηση περί εθνικής συμφιλίωσης διατηρεί τη βαρύνουσα σημασία της.
Η Εθνική συμφιλίωση είναι στρατηγικό πολιτικό ζήτημα. Διαφορετικό και πολύ ευρύτερο από τη συχνά ευκαιριακή, και για κομματικές σκοπιμότητες, επίκληση της πολιτικής συναίνεσης.
Είναι κάτι πολύ σημαντικότερο και σοβαρότερο. Είναι η συνείδηση της κοινής πορείας ενός έθνους. Είναι η συνειδητοποίηση της κοινής εθνικής ευθύνης.
Η εθνική συμφιλίωση ούτε αναιρεί, ούτε εμποδίζει την πολιτική αντιπαράθεση. Δεν διαγράφει τις διαφορές. Δεν ενοποιεί τις απόψεις και τις πολιτικές.
Είναι όμως το αναγκαίο, αποδεκτό δημοκρατικό πλαίσιο συνύπαρξης μέσα στο οποίο η πολιτική σύγκρουση είναι δημιουργική και παράγει εξελίξεις.
Ειδικά σε δύσκολες εποχές, όπως αυτή που βιώνουμε εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια, η εθνική συμφιλίωση, πέρα από μείζον πολιτικό και κοινωνικό αγαθό είναι και θεμελιώδης παράγοντας και προϋπόθεση εθνικής ισχύος.
Την εθνική αυτήν αναγκαιότητα και το ισχυρό αυτό μήνυμα υπηρέτησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με την ιστορική απόφαση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του 1974, για τη νομιμοποίηση του Κουμμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.
Αρκετά χρόνια μετά, ως δήμαρχος Αθηναίων, ο Μιλτιάδης Έβερτ είχε στις προτεραιότητές του την προαγωγή της εθνικής συμφιλίωσης και το έκανε πράξη.
Η πλατεία Κλαυθμώνος μετονομάστηκε σε πλατεία Εθνικής Συμφιλίωσης και ένα γλυπτό-μνημείο υψώθηκε. Τρεις ανθρώπινες φιγούρες, που συμβολίζουν τη δεξιά, το κέντρο και την αριστερά, με χέρια ενωμένα, δείχνουν ψηλά. Πέρα από πρόσωπα και εποχές. Από τότε στέκει εκεί ως διαρκές μήνυμα.
Η ιστορία εκείνη συνέπεσε και «συμπληρώθηκε» με έναν νόμο της τότε κυβέρνησης Τζαννετάκη. Τον νόμο για την «Άρση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου 1944-1949». Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 18 Σεπτεμβρίου 1989, με τις υπογραφές του τότε υπουργού Οικονομικών Αντώνη Σαμαρά και του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Φώτη Κουβέλη.
Από τότε, πέρασαν σχεδόν τριάντα χρόνια. Ο χρόνος έτρεξε και ίσως ο συμβολισμός εκείνος να ατόνησε.
Έτσι, πριν από λίγες ημέρες, με μια εκτός Ελλάδος αφορμή, ήρθε στην επιφάνεια του δημοσίου διαλόγου μια έντονα συγκρουσιακή πολιτική συζήτηση για το παρελθόν. Με αυτή την αφορμή, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαίωσε τη διαχρονική και ισχυρή συνηγορία της Νέας Δημοκρατίας υπέρ της εθνικής συμφιλίωσης. Σε άρθρο του τονίζει «…έχω την τιμή και την ευθύνη να ηγούμαι μιας μεγάλης παράταξης, που έκανε πράξη την εθνική συμφιλίωση κι άφησε πίσω το οδυνηρό παρελθόν. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συγκυβέρνησε με την Αριστερά, όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν. Ο Παύλος Μπακογιάννης πλήρωσε με τη ζωή του το πάθος του να χτίζει γέφυρες εκεί όπου άλλοι ύψωναν τείχη… Η Νέα Δημοκρατία (…) αποτελεί και θα αποτελεί την πολιτική στέγη πολιτών με διαφορετική ιδεολογική αφετηρία από τη δικής της».
Τον ίδιο δρόμο αυτόν, της εθνικής συμφιλίωσης, είχε περπατήσει με τόλμη, με θέσεις, με συμβολισμούς και ο Κώστας Καραμανλής.
Υπάρχει σήμερα επείγουσα ανάγκη εθνικής συμφιλίωσης; Προφανώς τέτοιο πρόβλημα δεν υπάρχει. Υπάρχει όμως, η δυναμική πόλωσης και διχασμού που καλλιεργεί σταθερά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η στρατηγική αυτή θα ενταθεί όσο θα μεγαλώνουν τα αδιέξοδα και θα μειώνεται ο χρόνος για την αναπόφευκτη εκλογική αναμέτρηση και την αναπόφευκτη πτώση της σημερινής εξουσίας.
Υπάρχει γι αυτό ανάγκη διαρκούς υπενθύμισης της μοναδικής αξίας της εθνικής συμφιλίωσης ως παράγοντα εθνικής ισχύος και προϋπόθεσης εθνικής ανάταξης, έξω από την κρίση.
Η εθνική συμφιλίωση θα έπρεπε να έχει τη δική της ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους εθνικούς μας συμβολισμούς. Μια πρόταση θα ήταν να θεσμοθετηθεί η Ημέρα της Εθνικής Συμφιλίωσης.
Και αυτή θα μπορούσε να ήταν μια μέρα του Σεπτεμβρίου. Είτε η 18η, του νόμου άρσης των συνεπειών
του Εμφυλίου. Είτε η 23η, της ιστορικής απόφασης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του 1974. Είτε ακόμα η επικείμενη 26η Σεπτεμβρίου, ημέρα δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη. Ενός ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του στην εθνική συμφιλίωση.
Γιώργος Κουμουτσάκος
Βουλευτής Β’ Αθηνών
Τομεάρχης Εξωτερικών Νέας Δημοκρατίας