Συνέντευξη στην Εφημερίδα Συντακτών και τον δημοσιογράφο Γιάννη Μπασκάκη
- Εκτιμάτε ότι η Άγκυρα θα συνεχίσει, παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, να συντηρεί την ένταση στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο; Πως ερμηνεύετε τη στάση της;
Η Τουρκία βρίσκεται, με δική της ευθύνη, στο περιθώριο των ενεργειακών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν δέχεται το διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Έχει προβλήματα με όλες τις γειτονικές χώρες. Αυτή η απομόνωση την οδηγεί στο να επιδιώκει τη διαμόρφωση τετελεσμένων προκειμένου να επιβάλλει την παρουσία της. Η διαρκής προκλητικότητα και ένταση είναι ένας στρατηγικός δρόμος που έχει επιλέξει η Τουρκία. Αυτό εγκαίρως το είχαμε επισημάνει στην κυβέρνηση που, με μια αδικαιολόγητη επιπολαιότητα, απέδιδε την τουρκική στάση σε νευρικότητα. Έβλεπε δηλαδή παροδικότητα, εκεί που υπήρχε διάρκεια, και τακτική εκεί που υπήρχε στρατηγική. Η κυβέρνηση έκανε επί σειρά ετών λάθος εκτιμήσεις. Ερμήνευε λανθασμένα τα μηνύματα και ως εκ τούτου έκανε αναποτελεσματικούς χειρισμούς. Η πολιτική του συνεχούς εξωραϊσμού εξασθένησε τα αντανακλαστικά της χώρας. Αυτό το συνυπολόγισε η Άγκυρα στην τακτική της στην Ανατολική Μεσόγειο.
- Ο Μάνφρεντ Βέμπερ, του οποίου την υποψηφιότητα για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η ΝΔ στηρίζει θερμά, έχει ως κεντρική θέση της προεκλογικής του εκστρατείας των τερματισμό των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ε.Ε. Πως κρίνετε τη θέση αυτή;
Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας έχει αμφισβητηθεί από την ίδια την Άγκυρα. Η έντονη τάση αποδυτικοποίησης που αναπτύσσεται, τα μείζονα ζητήματα ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων θέτουν εν αμφιβόλω αυτή την πορεία. Δυστυχώς η ευρωπαϊκή της πυξίδα έχει απομαγνητιστεί, κι έτσι η Τουρκία έχει χάσει τον προσανατολισμό της προς την Ευρώπη. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα. Αυτό πρέπει να αλλάξει για να μπορέσει να ξεπαγώσει η ενταξιακή διαδικασία και να αναθερμανθούν οι σχέσεις των δύο πλευρών.
Ως εκπρόσωπος του Υπουργείου των Εξωτερικών, πριν από σχεδόν 15 χρόνια, είχα καθιερώσει την πολιτική διατύπωση «πλήρης συμμόρφωση για πλήρη ένταξη». Αυτό ισχύει και σήμερα. Στην ουσία του δεν είναι αντίθετο με τη θέση Βέμπερ.
- Σε περίπτωση που τελικά η Ευρώπη κλείσει την πόρτα στην Τουρκία ποιο θα έπρεπε να είναι το Plan B για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας;
Θα ήταν χρήσιμη μια εναλλακτική, αλλά και παράλληλη, προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία, εάν τελικώς δεν μπορεί να προχωρήσει η σημερινή στρατηγική ένταξής στην ΕΕ, την οποία παραδοσιακά στηρίζει η Ελλάδα. Υπάρχουν εργαλεία και θεωρώ ότι ένα εξ αυτών είναι η Συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης, η οποία αναγνωρίζεται ως σημαντική για οικονομικούς λόγους και από τις δύο πλευρές, ιδίως όμως για την Τουρκία. Η Άγκυρα χρειάζεται την οικονομική συνεργασία και θέλει στενούς δεσμούς με την ΕΕ, καθώς η οικονομία της εξαρτάται από την ευρωπαϊκή σε μεγάλο βαθμό που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Θα μπορούσε συνεπώς να αξιοποιηθεί η επιθυμία της Άγκυρας για μια ενισχυμένη Τελωνειακή Ένωση, προκειμένου να τεθούν σε αυτό το πλαίσιο κάποιες αιρεσιμότητες που να σχετίζονται συγκεκριμένα με τη δημοκρατική λειτουργία, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, του διεθνούς δικαίου καθώς και φυσικά των σχέσεων καλής γειτονίας.
- Εφόσον η ΝΔ γίνει κυβέρνηση θα προσκληθεί ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντίμιτροφ στην Αθήνα; Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης εφόσον προσκληθεί θα πάει στη Βόρεια Μακεδονία;
Η Νέα Δημοκρατία δεν είναι αντίθετη στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων. Άλλωστε διμερείς σχέσεις συνεργασίας και μάλιστα ουσιαστικές, υπήρχαν και πριν από την επιζήμια αυτή συμφωνία. Γνωρίζω τον κ. Ντιμιτρόφ από την εποχή του Βουκουρεστίου. Έχω συναντηθεί μαζί του τόσο στο περιθώριο της Συνδιάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια, όσο και κατά τη διάρκεια μιας παλαιότερης επίσκεψής του στην Αθήνα. Και η παράταξή μας παραδοσιακά υποστηρίζει διεθνώς την ενταξιακή πορεία των χωρών Δυτικών Βαλκανίων, υπό τα προφανή κριτήρια βεβαίως, τα οποία έχουν τεθεί. Η Νέα Δημοκρατία έχει αντιταχθεί στη Συμφωνία των Πρεσπών την οποία χαρακτήρισε επιζήμια για συγκεκριμένου λόγους. Και όσο η Συμφωνία εφαρμόζεται έρχονται στην επιφάνεια περισσότερα προβλήματα, τα οποία εγκαίρως είχαμε επισημάνει και η κυβέρνηση τα υποτίμησε.
Πάντως μια τέτοια πρόσκληση πιστεύω ότι θα αργήσει.
- Η ΝΔ δηλώνει ότι δεν απεμπολεί το δικαίωμα βέτο για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας στην Ε.Ε. Αλλά το δικαίωμα βέτο έχει να κάνει με ενδεχόμενη παρέκκλιση της γειτονικής χώρας από όσα ορίζει η Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία όμως η ΝΔ διαφωνεί. Τι λέτε;
Το βέτο έχει να κάνει με το Κοινοτικό Δίκαιο, το οποίο δίνει στη χώρα μας αυτό το δικαίωμα. Κι αυτό το δικαίωμα δεν απεμπολείται. Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε δεσμευθεί ότι θα αξιοποιήσουμε κάθε δυνατότητα που έχει η χώρα μας, ακόμα και την άρνηση συναίνεσης κατά τη διαδικασία της ενταξιακής πορείας της γείτονος στην ΕΕ, εάν τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας δεν διασφαλίζονται. Αυτό είναι για εμάς πάντα η πρώτη προτεραιότητα.
- Η κυβέρνηση κατηγορεί τη ΝΔ ότι δεν πήρε θέση απέναντι στις αντιδράσεις ακραίων ομάδων μέσα στα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό. Με δεδομένο ότι οι αντιδράσεις αυτές στράφηκαν και κατά του ίδιου του προέδρου της ΝΔ, μήπως πρέπει το πολιτικό σύστημα συνολικά να πάρει σαφή θέση γι αυτό το φαινόμενο;
H κυβέρνηση τα έλεγε αυτά την ώρα που συγκυβερνούσε και συνυπήρχε με αγαστό τρόπο με ένα από τα άκρα του σημερινού πολιτικού μας συστήματος. Είναι αστείο λοιπόν οι κατά δήλωση του κ. Καμμένου «σύντροφοί» του, να μιλούν για τα άκρα. Είναι προτιμότερο να σιωπούν, διότι εκτίθενται. Ως προς την ουσία του θέματος, όλοι γνωρίζουν ότι στον ιδεολογικό πυρήνα της Νέας Δημοκρατίας, από την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, βρίσκεται πάντα το μέτρο και η μετριοπάθεια. Είμαστε μακριά από τα άκρα και τις ακρότητες. Αυτές είναι οι αρχές μας. Αυτές υπηρετούμε. Αυτές μας δεσμεύουν όλους όσοι είμαστε στη Νέα Δημοκρατία. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ακριβώς εκφραστής αυτής της αντίληψης της σύγχρονης ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς που αποτελεί ανάχωμα στον επικίνδυνο εθνολαϊκισμό που εμφανίζεται να επανακάμπτει στην ήπειρό μας.
- Η ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι διχάζει την ελληνική κοινωνία και πολώνει το πολιτικό κλίμα, αλλά μόλις πρόσφατα ο Αδωνις Γεωργιάδης δήλωνε ότι «ο μείζων στόχος στη χώρα είναι να πέσουν οι κομμουνιστές», τους οποίους κατηγορούσε ότι «έχουν ξεπουλήσει την Ελλάδα». Τέτοιες και άλλες αντίστοιχες δηλώσεις στελεχών σας δεν είναι διχαστικές;
Ο διχασμός υπήρξε το πολιτικό οξυγόνο του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτόν βάσισε την ύπαρξη και την ανάπτυξή του. Από την εποχή των «προδοτών», των «γερμανοτσολιάδων», και του «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». Έως τη δηλητηριώδη τοξικότητα του πολακισμού. Έτσι, φτάσαμε στο σημερινό πολιτικό υπόγειο. Στο χαμηλότερο σκαλί, που όλοι οι Έλληνες, εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, πραγματικά ελπίζουμε να είναι το τελευταίο.
Σε αυτή την πολιτική ατμόσφαιρα που δημιούργησε η κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία απαντά με τη δέουσα αυστηρότητα, όπως έκανε σαφές τη Βουλή ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Εμείς, ως κυβέρνηση, δεν θα αναπαράγουμε τη νοσηρότητα του κλίματος που σημάδεψε ανεξίτηλα τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.